Τρεῖς εἶναι οἱ βασικοὶ σταθμοὶ τοῦ ἀνθρώπου: γεννιέται, ζεῖ, πεθαίνει. Δὲν θυμᾶται τὸ πρῶτο, δὲν καταλαβαίνει τὸ τρίτο καὶ ξεχνᾶ νὰ χαρεῖ τὸ δεύτερο.  

Εγκύκλιος Δεκαπενταυγούστου 2014

Ἀριθμ. Πρωτ.: 8α/631

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2014


Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΑΝΘΙΜΟΣ
Πρὸς τοὺς εὐλογημένους χριστιανούς μας καὶ τοὺς ἐπισκέπτες μας
στὴν πόλη, στὴν Ἐπαρχία μας καὶ στὴ Σαμοθράκη.



Ἀδελφοί μου καὶ ἀδελφές μου, ἀγαπητοί.

[Χάραξε γλυκὰ ἡ σημερινὴ ἡμέρα τοῦ Δεκαπενταυγούστου. Ὅμως, γιατὶ τὸ σημερινὸ χάραμα εἶναι γλυκύτερο; Ἐπειδὴ ξημέρωσε ἡ ἡμέρα τῆς Παναγίας. Τὰ ἄστρα σήμερα βιάστηκαν νὰ σβύσουν τὶς λαμπάδες τους καὶ ὁ ἥλιος πρόβαλε σὰν τελετάρχης τῆς μεγάλης πανηγύρεως. 

Τὰ οὐράνια ἄνοιξαν καὶ ἀπὸ τὴν αὐγή, μιὰ μυστικὴ ὑμνωδία χύθηκε στὴ γῆ ποὺ ἀργοξυπνοῦσε. Καθὼς ἀνοίξαμε τὰ μάτια μας, οἱ ἄνθρωποι καὶ ὅλα τὰ πλάσματα, νιώσαμε ὅτι ἡ ἡμέρα εἶναι μεγάλη, ἐπιφανής, χαρούμενη, ἀλλιώτικη ἀπὸ τὶς ἄλλες. Τὰ βουνὰ λουσμένα ἀπὸ τὴν πρωϊνὴ δροσιά, τὰ δάση, οἱ δρυμοὶ καὶ κάθε ξερόκλαδο, εἶναι γεμᾶτα μοσχοβολιά. Ἡ στεριὰ καὶ ἡ θάλασσα λαμποκοποῦν ἀπὸ χαρά. Ὁ οὐρανὸς σκιρτᾶ καὶ ἀγάλλεται σήμερα, ὁ χορὸς τῶν ἀγγέλων πανηγυρίζει, οἱ ἅγιοι καμαρώνουν καὶ ἑτοιμάζονται νὰ ὑποδεχτοῦν μαζὶ μὲ τὸ Δεσπότη Χριστό, τὸ ἱερὸ κειμήλιο τῆς παρθενικῆς μητέρας Του.

Ὁρατὰ καὶ ἀόρατα, ἄνθρωποι καὶ ζῶα καὶ φυτά, ἔμψυχα καὶ ἄψυχα, ψυχὲς καὶ κτίσματα, γεμίζουν φῶς. Φῶς πλημμυρίζει ἡ οἰκουμένη, φῶς κατεβαίνει μέχρι τὴν ἄβυσσο τῆς θάλασσας, φῶς εἰσχωρεῖ στὶς σκοτεινὲς σπηλιές, φωτεινὰ γίνονται ὅλα τὰ σκιερά, ἀφοῦ ὁ θάνατος ἔγινε ζωή, νικημένος ἀπὸ τὴν Πηγὴ τῆς ζωῆς.

Γι’ αὐτὸ γιορτάζουμε τὴν Κοίμησή της σήμερα, ὄχι τὸ θάνατό της. Δὲν εἶναι ξόδι λυπηρό, εἶναι χαρμόσυνη γιορτὴ ἀθανασίας. Ἂν ὁ Κύριος δὲν ἔπαιρνε σάρκα ἀπὸ τὸ ἱερὸ αὐτὸ σκήνωμα ποὺ κείτεται στὸ νεκρικὸ κρεββάτι, ὤ! τί θλίψη θὰ εἴχαμε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, καταδικασμένοι στὴ φθορὰ καὶ στὸ θάνατο, χωρὶς καμμιὰν ἐλπίδα. Ποιὰ ψυχὴ θὰ μποροῦσε νὰ δροσιστεῖ ἀπὸ τὴν αὔρα τῆς ἀθανασίας, χωρὶς τὸ ἐλπιδοφόρο χελιδόνι; Ποιὸς θὰ μποροῦσε νὰ ἐπιθυμήσει Παράδεισο, ἂν δὲν εἶχε βλαστήσει ἡ ρίζα ποὺ πέταξε χρυσόκλωρα κλαδιὰ καὶ ἄνθισε ἐπάνω τους τὸ Ρόδο τὸ Ἀμάραντο;

Γι’ αὐτὸ θαρρευόμαστε ὅπως στὴ μάννα μας καὶ στὴν ἀδελφή μας καὶ τὴν παρακαλοῦμε ὅσα θέλουμε] . (Φώτης Κόντογλου, «Εἰκόνες τῆς Παναγίας», ἐκδόσεις «Κιβωτός»)

Ὁπότε, [ὀρφανοί, ποὺ στερηθήκατε τοὺς γονεῖς σας, ξένοι ποὺ χάσατε τὴν εὐτυχία σας, ἄρρωστοι, θλιμμένοι, ἁμαρτωλοί, μὴ λυπᾶσθε• ἔχετε μητέρα, τὴ μητέρα τοῦ Θεοῦ. Μητέρα ποὺ σᾶς στηρίζει, ὅταν εἶστε ξενιτεμένοι, ποὺ σᾶς τρέφει στὴ φτώχεια σας, ποὺ σᾶς γιατρεύει στὶς ἀρρώστειες σας, ποὺ σᾶς παρηγορεῖ στὶς θλίψεις σας, ποὺ σᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὰ πάθη σας, ποὺ συγχωρεῖ τὶς ἁμαρτίες σας. Μὴ λυπᾶσθε, ἔχετε μητέρα, τὴ μητέρα τοῦ Θεοῦ. Ναυτικοὶ ποὺ πλέετε τὴ θάλασσα, τὴν Παρθένο νὰ ἐπικαλεῖσθε γιὰ λιμάνι στὶς ἀνεμοζάλες. Πραγματευτὲς ποὺ περπατᾶτε τὴ στεριά, τὴν Παρθένο νὰ ἐπικαλεῖσθε γιὰ νὰ ἔχετε βοηθὸ στοὺς κινδύνους. Γεωργοὶ ποὺ δουλεύετε τὴ γῆ, τὴν Παρθένο νὰ ἐπικαλεῖσθε γιὰ νὰ ἔχετε εὐλογία καὶ καρποφορία στοὺς κόπους σας. Νέοι ποὺ σπουδάζετε στὰ σχολεῖα, τὴν Παρθένο νὰ ἐπικαλεῖσθε γιὰ νὰ εἶναι φωτισμένες οἱ γνώσεις σας. Ἱερεῖς καὶ λαϊκοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, τὴν Παρθένο νὰ ἐπικαλεῖσθε σὲ ὅλες τὶς ἀνάγκες σας, σωματικὲς καὶ ψυχικές, νὰ τὴν ἔχετε προστάτιδα στὴ ζωή σας, συμπαραστάτιδα τὴν ὥρα τοῦ θανάτου σας, μεσίτρια γιὰ σᾶς κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως. Χριστιανοί, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ὅσοι λατρεύετε καὶ προσκυνᾶτε τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, νὰ τιμᾶτε συγχρόνως καὶ νὰ εὐλαβεῖσθε τὸ ὄνομα τῆς Παρθένου Μαρίας, τῆς Μητέρας τοῦ Ἰησοῦ καὶ δικῆς μας μητέρας. Ἰησοῦς καὶ Μαρία, ἂς εἶναι τυπωμένα μέσα στὴν καρδιά σας. Ἰησοῦς καὶ Μαρία, ἂς μὴ λείπουν ποτὲ ἀπὸ τὸ στόμα σας. Ἰησοῦς καὶ Μαρία, ἂς εἶναι ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τῶν προσευχῶν σας. Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς καὶ Μαρία, ἂς εἶναι τὰ πρῶτα λόγια τῆς αὐγῆς, τὰ τελευταῖα τῆς ἡμέρας σας. Μὲ αὐτὰ τὰ ὀνόματα νὰ ἀνοίγετε τὰ μάτια σας. Μὲ αὐτὰ νὰ τὰ σφαλίζετε πρὶν κοιμηθεῖτε. Μὲ αὐτὰ τὰ ὀνόματα νὰ μπαίνετε καὶ νὰ βγαίνετε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, μὲ αὐτὰ νὰ ἀρχινᾶτε καὶ νὰ τελειώνετε κάθε σας ὑπόθεση, ὥστε νὰ ἀξιωθεῖτε τὴν ὥρα ποὺ πρόκειται νὰ παραδώσετε τὸ πνεῦμα σας, νὰ ἔχετε ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὸν Ἰησοῦ κι ἀπὸ τὸ ἄλλο τὴ Παναγία, καὶ μαζὶ μὲ τὸν Ἰησοῦ καὶ τὴν Παναγία, νὰ συνδοξάζεσθε στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν] . (Ἠλίας Μηνιάτης, «Εἰς τὴν Θεοτόκον, εἰς τὰ νηστισίμους ἡμέρας τοῦ Αὐγούστου».)

Ἀγαπητοί μου, 

Μὲ τὰ παραπάνω λόγια τῶν Φώτη Κόντογλου καὶ Ἠλία Μηνιάτη, ἐπέλεξα νὰ εὐχηθῶ σὲ ὅλους σας σήμερα, νὰ ζοῦμε κάτω ἀπὸ τὴ σκέπη καὶ τὴν προστασία τῆς Θεοτόκου, προσωπικὰ ὁ καθ’ ἕνας μας, οἱ οἰκογένειές μας καὶ ἡ Πατρίδα μας. 

Εὐχέτης πρὸς τὴν Θεομήτορα ὑπὲρ ὅλων σας
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμος