Τρεῖς εἶναι οἱ βασικοὶ σταθμοὶ τοῦ ἀνθρώπου: γεννιέται, ζεῖ, πεθαίνει. Δὲν θυμᾶται τὸ πρῶτο, δὲν καταλαβαίνει τὸ τρίτο καὶ ξεχνᾶ νὰ χαρεῖ τὸ δεύτερο.  

Πορεία προς τη Γεσθημανή-Βήμα 5ο (Αρχιμ. Ειρηναίου Λαφτσή)

† Αρχιμ. Ειρηναίος Λαφτσής
7 Αυγούστου 2016

ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗ ΓΕΣΘΗΜΑΝΗ
5ο Βήμα

Συνεχίζουμε την αναφορά μας στα επίθετα που έδωσε η Εκκλησία μας στο πρόσωπο της μητέρας του Χριστού. Εκτός από Παναγία και Αειπάρθενο, την ονόμασε Θεοτόκο. Με αυτά τα τρία χαρακτηριστικά επίθετα προσευχόμαστε οι χριστιανοί καθημερινά στην Παναγία. Ας δούμε τον λόγο που δόθηκε στην Παναγία το όνομα Θεοτόκος.

Η Γ’ Οικουμενική Σύνοδος (Έφεσος 431 μ.X.) συζήτησε ως ένα από τα σημαντικά θέματα της τον όρο «Θεοτόκος». Ο λόγος που προέβησαν οι Πατέρες σ’ αυτό το δογματισμό είναι ο εξής: Ο Νεστόριος δεν δέχονταν ένα μόνο πρόσωπο για τον Χριστό, αλλά δίδασκε ότι άλλο είναι το πρόσωπο του Θεού-Χριστού κι άλλο είναι το πρόσωπο του ανθρώπου-Χριστού. Έλεγε πως η Μαρία δεν είναι Θεοτόκος, αλλά «άνθρωπος» επειδή κατ’ αυτόν γέννησε μόνο τον άνθρωπο Χριστό. Την έλεγαν επίσης «Χριστοτόκο» υπονοώντας ότι ήταν μόνο άνθρωπος ο Χριστός κι όχι Θεάνθρωπος.

Η Παρθένος Μαρία δεν γέννησε βέβαια την θεία φύση του Χριστού. Όμως, στα σπλάχνα της ενώθηκε πραγματικά ο Θεός με τον άνθρωπο. Έτσι η Μαρία έγινε το εργαστήρι της θεανθρώπινης ένωσης και έγινε αληθινά έτσι, Θεοτόκος. (Λουκ. 1, 35-43-68-76). Ο Χριστός δεν είχε δύο πρόσωπα, αλλά ένα. Γι’ αυτό λέμε πως αυτό που συμβαίνει στη μία Του φύση, συμβαίνει σε Αυτόν τον ίδιο. (Πραξ. 20, 28)

Ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, που αγωνίστηκε κατά του Νεστορίου Πατριάρχου Κων/πόλεως, εξηγεί σε επιστολές του προς τον Νεστόριο ότι αν η Μαρία δεν είναι Θεοτόκος, τότε ο Χριστός δεν είναι Θεός, άρα «δεν πιστεύει στον Εμμανουήλ ως Θεό», όπως του γράφει χαρακτηριστικά στην 3η επιστολή του.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος αναφέρει πως όποιος δεν θεωρεί την Παναγία-Θεοτόκο, τότε είναι άθεος.

Ο άγιος Κύριλλος γράφοντας προς τον Νεστόριο επαναλαμβάνει τα λόγια του Μεγάλου Αθανασίου «Θεοτόκον αυτήν και ωνόμασε και ωμολόγει». Αναφέροντας, επίσης, την θέση του πως είναι αναγκαίο να λέγεται Θεοτόκος η Μαρία, επαναλαμβάνει στην επιστολή του τον λόγο του αγίου Γρηγορίου Θεολόγου ότι «το γαρ απρόσληπτον, και αθεράπευτον ο δε ήνωται τω Θεώ, τούτο και σώζεται». Αν δηλαδή ο Χριστός δεν ήταν και Θεός, δηλαδή Θεάνθρωπος, και δεν είχε τέλεια ανθρώπινη φύση τότε πως θα την έσωζε; Άρα αν ο Χριστός δεν ήταν τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος στο ένα πρόσωπο του Θεανθρώπου, τότε δεν υπάρχει σωτηρία για τον άνθρωπο. Επειδή, λοιπόν, είναι Θεός και άνθρωπος η μητέρα Του είναι Θεοτόκος. Είναι το πρώτο όνομα που της έδωσε επίσημα μέσα από την Γ’ Οικουμενική Σύνοδο, η Εκκλησία στην Παναγία μας. Ο πρώτος θεολόγος που χρησιμοποίησε τον όρο Θεοτόκος ήταν ο Ωριγένης.

Τελειώνοντας την αναφορά μας στο επίθετο Θεοτόκος θα παραθέσουμε ένα μέρος κειμένου από το έργο του αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού (Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως) στο οποίο ο άγιος παραθέτει την διδασκαλία της Εκκλησίας περί της Θεοτόκου.

«Την Αγία Παρθένο κηρύττουμε ως Θεοτόκο στην κυριολεξία και αληθινά. Γιατί όπως Αυτός που γεννήθηκε απ’ Αυτήν είναι αληθινός Θεός, έτσι και Αυτή που γέννησε τον αληθινό Θεό, σαρκωμένο απ’ Αυτήν, είναι αληθινή Θεοτόκος. Γιατί λέμε ότι απ’ Αυτήν γεννήθηκε Θεός, όχι επειδή η θεότητα του Λόγου πήρε την αρχή του απ’ Αυτήν, αλλά επειδή ο ίδιος ο Θεός Λόγος που γεννήθηκε άχρονα από τον Πατέρα πριν από τους αιώνες, και υπάρχει με άναρχο και αΐδιο τρόπο με τον Πατέρα και το Πνεύμα, τελευταία για τη σωτηρία μας εγκαταστάθηκε στη μήτρα της Θεοτόκου και αμετάβλητα σαρκώθηκε και γεννήθηκε απ’ Αυτήν. Η Αγία Παρθένος, βέβαια, δε γέννησε άνθρωπο γυμνό, αλλά Θεό αληθινό, όχι γυμνό αλλά σαρκωμένο, χωρίς αυτός να κατεβάσει το σώμα από τον ουρανό και να το περάσει δια μέσου Αυτής, σαν να ήταν Αυτή κάποιος αγωγός, αλλά παίρνοντας απ’ Αυτήν σάρκα ομοούσια με τη δική μας και οικοδομώντας την για τον εαυτό του. Γιατί αν έχει φέρει το σώμα από τον ουρανό και δεν το πήρε από τη δική μας φύση, τότε ποια η ανάγκη της ενανθρωπήσεως; Η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου έγινε για τον λόγο, η ίδια φύση, που αμάρτησε και έπεσε και φθάρηκε, να νικήσει τον τύραννο, που την απάτησε, και έτσι να ελευθερωθεί από τη φθορά, καθώς λέγει ο θείος απόστολος: «Επειδή δι’ ανθρώπου ο θάνατος, και δι’ ανθρώπου ανάστασις νεκρών» αν αληθεύει το πρώτο, αληθεύει και το δεύτερο.

Και πάλι λέγει ο απόστολος «Εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού τον μονογενή γενόμενον εκ γυναικός». Δεν είπε «δια γυναικός», αλλά «εκ γυναικός». Έτσι, λοιπόν, φανέρωσε ο θείος απόστολος ότι αυτός είναι ο μονογενής Υιός του Θεού και Θεός, που έγινε από την Παρθένο άνθρωπος και ο ίδιος είναι, που γεννήθηκε από την Παρθένο, ο Υιός του Θεού και Θεός αφού γεννήθηκε σωματικά, κατά το ότι έγινε άνθρωπος, χωρίς να εγκατασταθεί σε άνθρωπο, που πλάστηκε από πριν, σαν σε προφήτη, αλλά ο ίδιος αφού έγινε ουσιαστικά και αληθινά άνθρωπος, με άλλα λόγια αφού στην υπόστασή του οικοδόμησε εμψυχωμένη σάρκα με ψυχή λογική και νοερή και έγινε ο ίδιος σ’ αυτήν υπόσταση, αυτό σημαίνει το «γενόμενον εκ γυναικός». Γιατί πως ο ίδιος ο Λόγος το Θεού έγινε υπό νόμο, αν δεν έγινε άνθρωπος ομοούσιος με μας;

Γι’ αυτό δίκαια και αληθινά ονομάζουμε την αγία Μαρία Θεοτόκο, γιατί αυτό το όνομα συνθέτει ολόκληρο το μυστήριο της οικονομίας. Αν, λοιπόν, αυτή που γέννησε είναι Θεοτόκος, οπωσδήποτε είναι Θεός και αυτός που γεννήθηκε απ’ Αυτήν, οπωσδήποτε και άνθρωπος. Γιατί πως θα μπορούσε να γεννηθεί από γυναίκα Θεός, που έχει την ύπαρξη πριν από τους αιώνες, αν δεν έγινε άνθρωπος; Γιατί ο Υιός του ανθρώπου είναι φυσικά άνθρωπος. Αν πάλι αυτός, που γεννήθηκε από γυναίκα, είναι Θεός, ένας είναι βέβαια και αυτός που γεννήθηκε από τον Θεό Πατέρα κατά τη θεία και άναρχη ουσία και τελευταία από την Παρθένο κατά την ουσία, που έχει αρχή, και είναι υπό χρόνο, δηλαδή την ανθρώπινη. Αυτό, λοιπόν, σημαίνει μια υπόσταση και δύο φύσεις και δύο γεννήσεις του Κυρίου μας Ιησού Χριστού».