Τρεῖς εἶναι οἱ βασικοὶ σταθμοὶ τοῦ ἀνθρώπου: γεννιέται, ζεῖ, πεθαίνει. Δὲν θυμᾶται τὸ πρῶτο, δὲν καταλαβαίνει τὸ τρίτο καὶ ξεχνᾶ νὰ χαρεῖ τὸ δεύτερο.  

Ομιλία στον Μέγα Αρχιερατικό Εσπερινό της εορτής του Πολιούχου Αγίου Νικολάου.

Ομιλία του Μητροπολίτου μας κ. Ανθίμου κατά τον Μέγα Πανηγυρικό Εσπερινό της εορτής του Πολιούχου της Αλεξανδρουπόλεως Αγίου Νικολάου
Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

"Ἀπέκτησες μὲ τὴν ταπείνωσή σου τὰ ὑψηλά καὶ μὲ τὴν φτώχεια σου ἀπέκτησες τὰ πλούσια" θὰ ψάλλουμε σὲ λίγο στὸ Ἀπολυτίκιο τοῦ Ἁγίου μας. Τὰ λεκτικὰ αὐτὰ σχήματα εἶναι τόσο ἀντιθετικὰ καὶ μᾶς κάνουν νὰ ἀποροῦμε. Ποιὰ εἶναι τὰ ὑψηλὰ καὶ τὰ πλούσια; Ποιὰ εἶναι τὰ ταπεινὰ καὶ τὰ φτωχά; Καὶ πῶς μποροῦν τὰ ταπεινὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσουν ὑψηλά; Πῶς μποροῦν τὰ φτωχὰ νὰ μᾶς δώσουν τὰ πλούσια;


Ἐδῶ νὰ κάνουμε μιὰ διευκρίνηση: ξέρουμε πὼς ὅταν ὁ Χριστὸς μᾶς προτείνει τὴ σωτηρία μας, ἀπευθύνεται στὸν σύνολο ἄνθρωπο, στὸν ἐνιαῖο καὶ ἀδιαίρετο ἄνθρωπο. Εὐλογεῖ τὴν τροφὴ γιὰ νὰ ταΐσει τὰ πλήθη στὴν ἔρημο, ὅμως βεβαιώνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ταϊζει καὶ τὴν ψυχή του! Ὄχι διεσπασμένος ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ ὡς ψυχοσωματικὴ ἑνότητα.

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ταπείνωση καὶ ἡ φτώχεια, τὰ ὑψηλὰ καὶ τὰ πλούσια, ἀφοροῦν καὶ στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή.

Πῶς συναντᾶται ἡ ταπείνωση καὶ ἡ φτώχεια;

Κάποιος ἔχει ταπεινὸ φρόνημα, εἶναι σεμνὸς ἐκ πεποιθήσεως, κάποιον ἄλλο ὅμως τὸν ταπεινώνουν καὶ τὸν ἐξευτελίζουν οἱ γύρω του. Κάποιος εἶναι φτωχὸς σὲ ὑλικὰ ἀγαθά, κάποιος ἄλλος ἔχει φτωχὸ πνεῦμα (ἀδύναμη σκέψη, δειλὴ στάση, ἄτολμη συμπεριφορά). Κάποιος φροντίζει νὰ αὐξάνει τὶς γνώσεις του, κάποιος ἄλλος φροντίζει νὰ μειώνει τὴν ἄγνοιά του καὶ νὰ ὁμολογεῖ σὰν τὸν "πρὸ Χριστοῦ χριστιανό, σοφό μας πρόγονο Σωκράτη: "ἓν οἶδα, ὅτι οὐδὲν οἶδα".

Τὰ ὑψηλὰ καὶ τὰ πλούσια, τί εἶναι;

Ἐδῶ ὑπάρχει διαφοροποίηση: στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα ὁ ἄνθρωπος καταξιώνονταν ἀνάλογα μὲ τὴν παιδεία ποὺ εἶχε, στὴν Π.Δ. τὸ πόσο εὐλογημένος ἦταν κάποιος ἀπὸ τὸ Θεό, τὸ φανέρωναν τὰ πλούτη του.

Ὁ Χριστὸς ἀνέτρεψε καὶ τὶς δυὸ αὐτὲς πλάνες, κάνοντας μαθητές του ἀγράμματους ψαράδες καὶ ὀνομάζοντας τὸν πλούσιο "ἄμυαλο".  Ἐπαίνεσε ὁ Χριστὸς τὴν ἀναζήτηση τῆς γνώσεως, προέτρεψε τὸν ἄνθρωπο νὰ ἑρευνᾶ τὰ πάντα, ἀκόμα καὶ τὰ "βάθη τοῦ Θεοῦ", ὅμως βεβαίωσε ὅτι χωρὶς τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, ὅλα μέσα στὸν ἄνθρωπο καὶ γύρω του παραμένουν σκοτεινὰ καὶ ἀδιευκρίνιστα. 

"Γνωρίστε τὴν ἀλήθεια", δίδασκε "καὶ ἡ ἀλήθεια θὰ σᾶς ἐλευθερώσει".

Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴ θεολογία της, ἀπορρίπτει παντελῶς τὴν ὑπερηφάνεια ἐπειδὴ τὴν θεωρεῖ ψευδαίσθηση ποὺ νεκρώνει κάθε πνευματικὴ ἰκμάδα στὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἐνῶ ὁ Χριστὸς ἀγαπάει τὸν ἁμαρτωλό, βδελύσσεται τὸν ὑπερήφανο. 

Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σημειώνει: "τρία πράγματα μισῶ, γέροντα μοιχό, πλούσιο ψεύτη καὶ φτωχὸ ὑπερήφανο". 

Καὶ ὁ Σαίξπηρ προσθέτει: "ἄνθρωπε, σύ, περήφανε ἄνθρωπε, ποὺ ἐντύθης μικρὴ ἐξουσία ἐφήμερη, κι ὁλότελα ξεχνᾶς ὅ,τι πιὸ βέβαιο ἔχεις, τὴ γυαλένια σου ὕπαρξη. Σὰν ἔξαλλη μαϊμοῦ μπροστὰ στὸν ἔναστρο οὐρανό, κάνεις νὰ κλαῖν οἱ ἀγγέλοι, ποὺ ἂν εἶχαν φύση ἀνθρώπινη θὰ ἔσκαγαν στὰ γέλια". 

Ἕνας, πάλι, σύγχρονος σοφὸς βεβαιώνει ὅτι: "ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἔχει μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό του, αὐτὴ εἶναι ἡ μόνη ἰδέα ποὺ ὑπάρχει στὸ μυαλό του".

Τί προτείνει ὅμως ἡ Ἐκκλησία σὲ ὅλους μας; Ἁπλῶς νὰ ζήσουμε! Ὁ Χριστὸς εἶπε: "ξέρετε γιατὶ ἦρθα στὸν κόσμο; Γιὰ νὰ ζήσετε! Μὲ τέτοια ζωὴ ποὺ κανεὶς δὲν θὰ μπορεῖ νὰ σᾶς τὴν στερήσει, οὔτε ὁ θάνατος". Ὁπότε γι΄αὐτὸ μετὰ τὴν Ἀνάστασή Του (ὁπόταν ὁ θάνατος πατήθηκε κι ἔγινε ὕπνος) ὁ Χριστὸς διαβεβαίωνε: "τώρα νὰ χαίρεστε, μόνο ἡ χαρὰ νὰ πλημμυρίζει τὴ ζωή σας".

Ζητάει, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία νὰ ζοῦμε καὶ νὰ χαιρόμαστε. Αὐτὰ εἶναι "τὰ ὑψηλὰ" καὶ "τὰ πλούσια". 

Νὰ ζήσουμε τὴ ζωή μας, ὅπως καὶ νά΄ναι. Μὲ εἰλικρίνεια, ἀκόμα κι ὅταν ἁμαρτάνουμε. Μὲ παλλικαριά, ἀκόμα κι ὅταν κλαῖμε. Μὲ χαμόγελο, ἀκόμα κι ὅταν πονᾶμε. 

Νὰ μὴ ζοῦμε τὴ ζωὴ κάποιων ἄλλων, νὰ μὴν παριστάνουμε ὅτι ζοῦμε, νὰ μὴν ἔχουμε ψευδαισθήσεις ὅτι φύτρωσαν στὴν πλάτη μας φτερά, νὰ μὴ κυνηγᾶμε ξέφρενα ἕνα τάχα καλύτερο αὔριο (ποὺ μπορεῖ ποτὲ νὰ μὴν ἔρθει ἢ νὰ μὴν μᾶς προλάβει).

Νὰ χαιρόμαστε τὴν κάθε στιγμή, τὴν κάθε ἡμέρα, τὸν κάθε συνάνθρωπό μας, ὅπως καὶ νά΄ναι αὐτός, τὸ κάθε γεγονὸς στὴ ζωή μας, ὅποιο καὶ νά΄ναι αὐτό.     

Ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ ψευδαίσθηση ὅτι "κάτι εἴμαστε", εἶναι πλάνες ποὺ μᾶς κόβουν τὸ ὀξυγόνο. Μᾶς περιορίζουν στὴ βιολογικότητα καὶ μᾶς κόβουν τὴ θέα τοῦ ὁρίζοντα τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἡ μόνη ἀλήθεια καὶ ἡ μόνη πραγματικότητα. "Ὅλα νὰ τὰ ἀγαπᾶτε, ὅμως μὴ σκλαβώνεστε σὲ τίποτε", φωνάζει ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν καὶ συμπληρώνει "μὴν ὑποδουλώνεστε σὲ τίποτε". 

Ἡ ὑπερηφάνεια σκλαβώνει τὸ πνεῦμα μας, ἡ αὐτοπεποίθηση μᾶς πνίγει τὴν ψυχή. Ἡ ταπείνωση τοῦ φρονήματος, ἀκόμα κι ὅταν μᾶς ἐπιβάλλεται, γίνεται ἀφορμὴ νὰ ἀπογειώνεται ἡ σκέψη, νὰ καλλιεργεῖται ὁ νοῦς. 

Ἡ φτώχεια ὑλικῶν καὶ πνευματικῶν δυνατοτήτων, ἐνεργοποιεῖ τὴν ἔμπνευση καὶ ἀκονίζει τὴν δύναμη τῆς θελήσεώς μας.

Τώρα ἀγαπητοί μου, καταλαβαίνετε ποῦ τὸ πάω;

Ἀπὸ ἐδῶ τὸ πάω ἀπὸ ἐκεῖ τὸ φέρνω, θέλω νὰ πῶ γιὰ τὴν κρίση ποὺ βιώνουμε.        

Δὲν ὠφελεῖ πιὰ ἡ γκρίνια καὶ ἡ κατήφεια. Νὰ τὸ πάρουμε ἀπόφαση ὅτι ἔτσι θὰ ζήσουμε ἀπὸ δῶ καὶ πέρα. Ὅμως νὰ ζήσουμε! Ἐπειδὴ τώρα δὲν ζοῦμε. Γεράσαμε, θυμώσαμε, χάσαμε τὸ γέλιο μας, ἀγριέψαμε, δὲν τὸ βλέπετε; 

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι βιώσαμε καὶ καλὰ χρόνια. Ὅμως, θυμηθεῖτε, δὲν μᾶς ἔκαναν καλύτερους! Κλεινόμασταν στὸν ἑαυτό μας. Ἀπομονωνόμασταν μεταξύ μας. Κυνηγούσαμε διαρκῶς τὰ περισσότερα καὶ δὲν χαιρόμασταν ὅσα εἴχαμε. Ἐγκατέλειπαν τὰ παιδιὰ τὰ σπίτια τους ἢ οἱ γονεῖς τὰ παιδιά τους, διαλύονταν οἱ γάμοι καὶ ἀνατινάζονταν οἱ ζωὲς καὶ οἱ ὑπολήψεις μας. 

Τώρα ταπεινωθήκαμε. Μᾶς ταπείνωσαν ἄλλοι ἢ τὰ λάθη μας, δὲν ἔχει σημασία. Ὅμως νὰ μὴν πεθάνουμε κιόλας! Νὰ ζήσουμε. Βλέπουμε τί τραγωδία εἶναι δίπλα μας ὁ θάνατος, ὁ πόλεμος κοντά μας, ἡ προσφυγιὰ γύρω μας. Δὲν τὰ βλέπουμε; Νὰ μᾶς φυλάξει ὁ Θεὸς ἀπὸ τέτοια. Νὰ ζήσουμε λοιπόν!

Πῶς γίνεται αὐτό; 

Νὰ μάθουμε νὰ χαιρόμαστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Νὰ χαιρόμαστε τὴν κάθε ἡμέρα ποὺ ἀνατέλει. Νὰ μὴν ἀφήνουμε κανένα δίπλα μας νὰ ὑποφέρει. Οὔτε ὁ Δῆμος, οὔτε οἱ Μητρόπολη, οὔτε ἡ Πρόνοια, οὔτε τὰ Ἱδρύματα χωροῦν πιὰ τὸν πόνο καὶ τὴν ἀνάγκη. Τὰ χωράει ὅμως ἡ καρδιά μας καὶ ὁ καθένας μας μπορεῖ νὰ κάνει πολλά. Ὁ διπλανός μας εἶναι ὁ παράδεισός μας. Ὁ κάθε διπλανός μας πρέπει νὰ γίνει ὁ παράδεισός μας, γιατὶ ἂν δὲν γίνει, τότε θὰ μετατραπεῖ σὲ κόλασή μας. Καὶ κανένα σύστημα συναγερμοῦ δὲν θὰ μπορεῖ νὰ μᾶς προφυλάξει. Καμμιὰ Διεθνὴς Συνθήκη καὶ κανένας Παγκόσμιος Ὀργανισμὸς δὲν θὰ μᾶς ὑπερασπιστεῖ. Τὰ βλέπετε αὐτὰ γύρω μας, δὲν εἶναι;  Ἂς μὴν πῶ περισσότερα.

Ποιὰ εἶναι ἡ λύση; 

Νὰ ἀνοίξουμε τὰ σπίτια μας, νὰ χαμογελάσουμε ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, νὰ μαλακώσουμε τὶς καρδιές μας, νὰ μποῦμε στὰ παπούτσια τοῦ διπλανοῦ μας, νὰ νιώσουμε τὸ διαμέρισμά του (ποὺ ἴσως δὲν ἔχει ρεῦμα καὶ θέρμανση), νὰ ἀφουγκραστοῦμε τὴν ψυχή του, νὰ παραβλέψουμε τὰ λάθη του, νὰ τὰ συγχωρέσουμε γιὰ νὰ ζήσουμε.

Ταπεινωμένοι ἀλλὰ ὅμως ἄνθρωποι. Φτωχοὶ ἀλλὰ μὲ καρδιά. Στὸ κάτω-κάτω οἱ Ἕλληνες πάντοτε μέσα ἀπὸ δυσκολίες πορευόμασταν, πάντα ὁ τόπος μας ἦταν μικρός, πάντα εἴχαμε ἐλαττώματα κι ὁ νομπελίστας ποιητὴς ἔγραφε: "...εἴμαστε στρυφνοί, οἱ φίλοι μας εἶναι λίγοι...πολλὲς φορὲς μᾶς φᾶγαν τὰ σκυλιά". 

Ἔ, ὄχι, τώρα δὲν θὰ ἀφήσουμε νὰ μᾶς φᾶνε πιά. Νὰ ἑνωθοῦμε μεταξύ μας, νὰ ξαναβροῦμε τὸ φιλότιμό μας, τὴν ἀγωνιστικότητά μας, νὰ παλέψουμε γιὰ τὴν ἀνθρωπιά. Ἔχουμε μιὰ Ἱστορία ποὺ γέννησε παγκόσμιους ἥρωες, ἔχουμε μιὰ ὀρθόδοξη Πίστη ποὺ ἀστράφτει ἀκόμα καὶ ἀστίλβωτη, ἔχουμε μιὰ γλώσσα ποὺ κολακεύονται πολλοὶ νὰ τὴν μιλοῦν, ἔχουμε μιὰ παράδοση ποὺ τὴν ζηλεύουν ὅλοι. 

Νὰ τὰ ζήσουμε αὐτὰ καὶ νὰ χαροῦμε τὴ ζωή μας, τὶς οἰκογένειές μας, τὶς γυναῖκες σας, τοὺς ἄνδρες σας, τὰ παιδιά σας, τὴν πατρίδα μας, τὴν Πίστη μας, τὸν ἥλιο μας, τὰ ἀκρογυάλια μας, τὰ τραγούδια μας, τοὺς χορούς μας, τὰ οὖζα μας, τοὺς γάμους μας, τὰ γλέντια μας, τὰ προτερήματα καὶ τὰ ἐλαττώματά μας, ὅλα νὰ τὰ χαροῦμε καὶ νὰ τὰ ζήσουμε.

Κάποιος ἀπὸ σᾶς μὲ ρωτάει: γιατὶ δὲν λὲς τίποτε γιὰ τὶς ἁμαρτίες ποὺ διαπράττονται, γιὰ τὶς νηστείες ποὺ δὲν τηροῦνται, γιὰ τὴν ἀθεΐα ποὺ ὑπάρχει καὶ ἄλλα παρόμοια; 

Ναί! Δὲν λέω τέτοια, ξέρετε γιατί; ἐπειδὴ μέσα στὴν Πίστη μας χωρᾶνε ὅλα. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι κολλέγιο ἁγίων, εἶναι τὸ σπίτι τῶν ἁμαρτωλῶν. Θὰ γιορτάσουμε σὲ λίγες ἡμέρες Χριστούγεννα, γι΄αὐτὸ ἦρθε ὁ Χριστός, γιὰ νὰ πάρει τὸν κόσμο μας καὶ νὰ τὸν ἀνεβάσει ξανὰ στὸν οὐρανό. 

Ἀναμαρτησία δὲν ὑπάρχει, ἕνας ὑπῆρξε ἀναμάρτητος ὁ Χριστός. Καὶ μᾶς καλεῖ σὲ μετάνοια ὅλους καὶ ὅλα. Μετάνοια δὲν εἶναι ἡ ἀπουσία τῆς ζωῆς, ἀλλὰ ἡ συναίσθησή της. Κανένας ποτὲ στ΄ἀλήθεια, δὲν "γλέντησε" τὶς ἁμαρτίες του, ἐπειδὴ ἡ ἁμαρτία ποτὲ δὲν δίνει χαρά. Εἶναι σὰν τὸ χάπι, περιτυλιγμένο μὲ ζάχαρη, ὅμως μέσα ἔχει φαρμάκι. Γι' αὐτὸ ὁ Χριστὸς ζητάει: ὄχι νὰ μὴν ἁμαρτάνουμε, ἀλλὰ νὰ μετανοοῦμε. Γι΄αὐτὸ ζητάει νὰ ζοῦμε καὶ νὰ χαιρόμαστε, γιὰ νὰ ἐκτιμᾶμε τὴ ζωή, πέρα ἀπ' τὸ νόημά της. Γιὰ νὰ χαιρόμαστε τὴ ζωή, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὰ περιστατικά της. Γιὰ νὰ προλαβαίνουμε νὰ μετανοοῦμε.

Ἐμπόδιο σ΄αὐτὸ τὸ ὄμορφο ταξίδι τοῦ βίου μας, ἐμπόδιο σ΄αὐτὸ τὸ δυναμικὸ μεδοῦλι τῆς ζωῆς, ἀπέναντι σ' αὐτὰ "τὰ ὑψηλὰ" καὶ "τὰ πλούσια", στέκεται ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ φτώχεια. Ὑπερήφανοι δὲν εἶναι οἱ ἀξιοπρεπεῖς, εἶναι ὅσοι νομίζουν πὼς εἶναι "κάτι", ἐπειδὴ κι αὐτοὶ ἀρρωσταίνουν καὶ πεθαίνουν. Φτωχοὶ δὲν εἶναι ὅσοι στεροῦνται, φτωχοὶ εἶναι οἱ πλούσιοι, ἐπειδὴ χωρὶς τὰ λεφτά τους εἶναι ἕνα τίποτα.

Ἐμεῖς ἂς εἴμαστε ταπεινοὶ καὶ ταπεινωμένοι γιὰ νὰ καλλιεργοῦμε τὸ μυαλό μας καὶ τὴν ψυχή μας. Ἂς εἴμαστε φτωχοὶ στὸ βιός, ὅμως τὸν πλοῦτο ποὺ θὰ ἔχει ἡ καρδιά μας κανεὶς δὲν θὰ μπορεῖ νὰ μᾶς τὸν πάρει.         

Παράδειγμα καὶ ὁδοδείκτης μας, ὅλη ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἅγιοί μας καὶ ὁ Ἅγιος Νικόλαος. Κέρδισε μὲ "τὴν ταπείνωση τὰ ὑψηλά, μὲ τὴν φτώχεια του τὰ πλούσια", ἔτσι θὰ ψάλλουμε σὲ λίγο καὶ μακάρι νὰ ἀντιγράψετε τὸ παράδειγμά του, εὔχομαι σὲ ὅλους σας καὶ παρακαλῶ νὰ εὔχεσθε κι ἐσεῖς γι΄αὐτὸν ποὺ σᾶς ὁμιλεῖ.

Καλὰ Χριστούγεννα, ἀγαπητοί μου, σᾶς εὔχομαι κι ὁ Χριστὸς ἂς γεννιέται κι ἂς ἀναγεννᾶ διαρκῶς τὴ ζωή μας. 

Ἀμήν.