Τρεῖς εἶναι οἱ βασικοὶ σταθμοὶ τοῦ ἀνθρώπου: γεννιέται, ζεῖ, πεθαίνει. Δὲν θυμᾶται τὸ πρῶτο, δὲν καταλαβαίνει τὸ τρίτο καὶ ξεχνᾶ νὰ χαρεῖ τὸ δεύτερο.  

Αικατερίνης Κουκουρίδου, "της Δεσποτομάνας", αιωνία η μνήμη.

Αικατερίνης Κουκουρίδου, 
"της Δεσποτομάνας", 
αιωνία η μνήμη
υπό Γ.Φ.
αναδημοσίευση από το Amen.gr


Ήταν Δεκέμβρης, 22, στα 2007. Στην επιστροφή με το αυτοκίνητο από θεία Λειτουργία ρωτά ο Δεσπότης: "μήπως ξέρει να μου απαντήσει κανείς πότε γερνά ο άνθρωπος;". Όλοι δώσαμε από μια απάντηση κάνοντας χρήση των ψαλμών ή των θεωριών της επιστήμης ή  ό τι άλλο. Εκείνος κουνούσε το κεφάλι αρνητικά, με μια δόση σκεπτικισμού.

"Όχι! Κάνετε όλοι λάθος! Ο άνθρωπος, παιδιά μου, γερνά όταν πεθάνει η μητέρα του. Όταν φύγει από την επίγεια ζωή το πρόσωπο εκείνο που σε αποκαλεί "παιδί μου" με όλη τη στοργή και την τρυφερότητα. Τότε γερνά ο άνθρωπος." Ένα σφίξιμο κατέλαβε προεόρτια της συνειδήσεις μας αλλά ήρθε η νεότητα να αποδιώξει νωρίς τις δυσάρεστες,και μόνο ως άκουσμα ή ως σκέψη, αυτές ρήσεις.

Αλλά η ζωή που αποκαλύπτει στην πορεία της το Θέλημα του Θεού για όποιον το ζητεί πραγματικά ή που είναι κατ' άλλους μοιραία, φέρνει αναπόφευκτα τον άνθρωπο απέναντι σε ευχάριστα ή δυσάρεστα γεγονότα τα οποία και τον συνθέτουν ως ψηφίδες. Αυτό όμως το οδυνηρό γεγονός έρχεται για άλλους νωρίτερα και για άλλους αρκετά αργότερα. Μπροστά σε αυτό το γεγονός της εκδημίας μιας μητέρας η όποια ηλικία του ανθρώπου σταματά. Μόλις σταματήσει να ηχεί η τρυφερή κλήση: "παιδί μου!", ο άνθρωπος βιώνει έντονα τον απογαλακτισμό και χάνει ό τι πιο πολύτιμο από την ιστορία του. Οι ρίζες του δέχονται πλήγμα και εκείνος αποφασίζει πια, θέλοντας και μη, πως πρέπει να συνεχίσει μπροστά μόνος από τη φυσική της παρουσία αλλά γεμάτος από τα βιώματα αυτού του πιο σημαντικού πλάσματος του ερχομού του στον κόσμο.

Γράφοντας για την κυρα Κατίνα Κουκουρίδου περιγράφει κανείς τη γνήσια Θρακιώτισσα γυναίκα. Την απλή και συνάμα αρχοντική, την ανεπιτήδευτη, την ευλαβή, την σκληραγωγημένη από τη χηρεία αλλά και την πρόωρη απώλεια του πρώτου παιδιού, την δυναμική αλλά παράλληλα στοργική, την ευγενική αλλά όχι ψεύτικη, τη Θρακιώτισσα από τις παλιές, που χάνονται από την καθημερινότητα αλλά των οποίων το παράδειγμα χάραξε ανεξίτηλα αυτήν την ίδια καθημερινότητα στην οποία προχωρούμε δίχως αυτές.

Η κυρά Κατίνα πέταξε μέσα στο θέρος, πριν τον χειμώνα των αποδημητικών πτηνών, για να προλάβει να προαναπαύσει την πονεμένη ψυχή της σε τόπο χλοερό και σε τόπο αναψύξεως. Εγκατέλειψε την όμορφη γειτονιά της στο κέντρο της Αλεξανδρούπολης για να χτυπήσει την πόρτα του Δίκαιου Κριτή. Αποχαιρέτησε το ποτάμι του Πυθίου για να βρει στα λιβάδια του Παραδείσου τον μεγάλο Πατριάρχη Ιερομάρτυρα Κύριλλο Στ' όπως βρήκαν τον ίδιο παλιά οι συγχωριανοί της. Η κυρα Κατίνα έφυγε από τον κόσμο αυτό και άφησε την ευχή και την προσευχή της ως εφόδιο πολύτιμο στον ποιμενάρχη της Αλεξανδρούπολης που γέννησε αλλά και σε όσους κάτω από το Αρχιερατικό του ωμόφορο αναγεννώνται μέσα από τα μυστήρια της Εκκλησίας.

Ας είναι αιωνία σου η μνήμη κυρα Κατίνα στη θύμηση του Θεού! Το σώμα σου θα αναπαύεται στην αγαπημένη μας Θράκη αλλά η ψυχή σου λεύτερη θα φτερουγίζει με θέα το φως όχι του καλοκαιριού που περνά και χειμωνιάζει αλλα της ανέσπερης και αβράδιαστης ημέρας, της καινης, της Αναστάσιμης!