Μητροπολίτης
Ιωακείμ Γεωργιάδης
(1907-1923)
Υπήρξε ο τελευταίος Μητροπολίτης Αίνου και Δεδέαγατς (1907-1923). Εξέχουσα εκκλησιαστική και εθνική φυσιογνωμία, πνεύμα εύστροφο, διορατικό και συγχρόνως γνήσια χριστιανικό και ανθρώπινο, πρωτοστατούσε σε ενέργειες που στόχο είχαν τη διατήρηση του ελληνικού φρονήματος στους καταπιεζόμενους κατοίκους της Θράκης και κυρίως των περιοχών που υπάγονταν στη Μητρόπολή του.
Ο Μητροπολίτης Ιωακείμ (κατά κόσμον Επαμεινώνδας) Γεωργιάδης ή Γαλάκης, γεννήθηκε στην Πρίγκηπο της Προποντίδας το 1876, όπου και παρακολούθησε τα πρώτα γράμματα. Οι γονείς του, Γεώργιος και Λουκία, κατάγονταν από τη Χίο, από το χωριό Ευφημιανά.
Ο τότε Μητροπολίτης Ξάνθης και Περιθωρίου, Ιωακείμ Σγουρός ο Χίος, πήρε τον Επαμεινώνδα υπό την προστασία του και μερίμνησε, ώστε να εισαχθεί ο νεαρός συμπατριώτης του στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία και αποφοίτησε το 1898. Στην συνέχεια, ο προστάτης του Ιωακείμ Σγουρός, αφού τον χειροτόνησε διάκονο και του έδωσε το όνομα Ιωακείμ, τον προσέλαβε ως αρχιδιάκονο της Μητροπόλεως Ξάνθης και Περιθεωρίου. Λίγο αργότερα, ο Ιωακείμ προήχθη σε πρωτοσύγκελλο της ίδιας Μητρόπολης.
Η εξέλιξη του ήταν ραγδαία και ανάλογη του έργου και της προσωπικότητας του. Οι κάτοικοι της Ξάνθης, σε καιρούς Τουρκοκρατίας, χριστιανοί και μη, τον αγαπούσαν και τον σέβονταν. Τέσσερα χρόνια μετά την αποφοίτησή του από τη Σχολή, στις 25 Νοεμβρίου 1902, προεχειρίσθη υπό τον ψιλόν τίτλον Χριστουπόλεως, σε βοηθό επίσκοπο της μητρόπολης αυτής. Τέσσερα χρόνια μετά, στις 25 Ιανουαρίου 1907, προήχθη σε Μητροπολίτη Αίνου και Τραϊανουπόλεως, εις αντικατάστασιν του μέχρι τότε Μητροπολίτου Λεοντίου, όπου αρχίζει την εθνική και ανθρωπιστική του δράση.
Η δράση του συμπίπτει με την παρουσία του Ίωνα Δραγούμη και των συνεργατών του στην περιοχή και τελειώνει αμέσως με την ενσωμάτωση της Θράκης στον ελληνικό κορμό, τουλάχιστον σε ότι αφορά την Αλεξανδρούπολη. Το 1907 για να προλάβει τον εκβουλγαρισμό των παιδιών στη μικρή πόλη και αφού κάλεσε τους Έλληνες προύχοντες, εξέθεσε το σχέδιο του για ένα σχολείο για να εκπληρωθούν οι σκοποί της ελληνικής και χριστιανικής παιδείας, και όλοι μαζί συζήτησαν το οικονομικό, μιας που το οικόπεδο υπήρχε.
Για να εκπληρωθούν οι σκοποί της ελληνικής και χριστιανικής παιδείας ο Ιωακείμ φρόντισε και ανήγειρε στο τότε Δεδέ-Αγάτς, με δωρεά του Αντωνίου Λεονταρίδη, την «Λεονταρίδειο Σχολή Αρένων», δίπλα ακριβώς από το επισκοπείο και το Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου. Στο σχολείο αυτό σπούδασαν γενεές παιδιών επί εβδομήντα περίπου χρόνια.
Με την παραχώρηση της Ανατολικής Θράκης στην Τουρκία, επί Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μελετίου Δ΄ του Μεταξάκη, τον Νοέμβριο του 1922, με συνοδική Πατριαρχική πράξη, έγινε η μεταφορά της έδρας της Μητρόπολης από την Αίνο στην Αλεξανδρούπολη και ανακηρύχθηκε η Μητρόπολη της Αλεξανδρούπολης ως αυτοτελής Μητρόπολη και το 1923 ο Ιωακείμ Γεωργιάδης τοποθετήθηκε ως Μητροπολίτης Χαλκηδόνος.
Ο Ιωακείμ στην μεγάλη και ιστορική Μητρόπολη της Χαλκηδόνος διετέλεσε πολλές φορές συνοδικός. Ως αρχηγός της Πατριαρχικής αντιπροσωπείας, τον Σεπτέμβριο του 1925 αποστέλλεται στη Βαρσοβία και επιδίδει Πατριαρχικόν και Συνοδικόν Τόμον. Σύμφωνα με αυτόν, η Ορθόδοξος Εκκλησία της Πολωνίας ανακηρύσσεται αυτοκέφαλη. Όμοια αποστολή ανέλαβε, το ίδιο έτος, και για την Εκκλησία της Ρουμανίας. Η διάσπαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ήταν ραγδαία και οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες αύξαναν. Κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Χαλκηδόνα, διετέλεσε πρόεδρος της Θεολογικής Σχολής Χάλκης, καθώς και πρόεδρος του Εθνικού Ορφανοτροφείου Αρρένων.
Η τούρκικη κυβέρνηση αναγνώρισε την ανεξίθρησκη και ανθρωπιστική ενέργεια του Ιωακείμ και απένειμε σ’ αυτόν μετάλλιο ανδρείας και ευχαριστήριο δίπλωμα. Για την όλη του δράση τιμήθηκε με ελληνικά παράσημα, εκτός από το τούρκικο που προαναφέραμε.
Δεν έζησε πολλά χρόνια, όμως η δράση του ήταν μεγάλη. Στις 5 Φεβρουαρίου 1927, μετά από διήμερη ασθένεια, εξαιτίας κάποιας δηλητηρίασης, πέθανε σε ηλικία 51 ετών και κηδεύτηκε με πολλές τιμές, όπως του άξιζε.
Εθνική δράση κατά τους Βαλκανικούς πολέμους
Το πιο γνωστό κατόρθωμα του Ιωακείμ είναι το τέχνασμα με τους ψαράδες και τα πυροφάνια τους, όταν πέτυχε, ως άλλος Κολοκοτρώνης, να ξεγελάσει τον Γιαβέρ Πασά και να τον αναγκάσει να περάσει έξω από το απροστάτευτο Δεδέαγατς, ώστε να αποφύγει το μένος των Τούρκων.
Κατά την διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων, η δράση των κομιτατζήδων συνεχίζεται και στρέφεται κατά των Τούρκων. Στις 8 Νοεμβρίου εμπροσθοφυλακή του Βουλγαρικού στρατού που ήταν 200 κομιτατζήδες, με αρχηγό τον Ράντκο μπήκαν στο Δεδέαγατς. Τρόμος και φόβος έπεσε στην πόλη. Οι κάτοικοι κλείστηκαν στα σπίτια τους. Οι εδώ Βούλγαροι της Καλλιθέας καθοδηγούσαν τους κομιτατζήδες στα σπίτια των προυχόντων και πλουσίων Τούρκων, τα οποία άνοιγαν με το ζόρι και γινόταν πλιάτσικο, βιασμοί γυναικών, φόνοι αντρών. Φρίκη απλώθηκε παντού. Όσες Τούρκικες οικογένειες μπόρεσαν ζήτησαν βοήθεια στην Μητρόπολη. Ο Μητροπολίτης Ιωακείμ Γεωργιάδης τους βόλεψε πρόχειρα στα δύο σχολεία, την Λεονταρίδειο και στο Σχολείο (σήμερα 3ο Δημοτικό), καθώς και στη μεγάλη αίθουσα των δεξιώσεων που αργότερα ήταν το παράρτημα του Γυμνασίου. Ασφαλώς και ο χώρος του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου ήταν γεμάτος καθώς και τα γραφεία της Μητροπόλεως. Όταν οι κομιτατζήδες σφάζοντας και ρημάζοντας έφτασαν στην πλατεία της Μητροπόλεως, θέλησαν να μπούνε μέσα στα κτίρια, για να συνεχίσουν το έργο τους. Τότε ορθώθηκε μπρος τους η ιερή φυσιογνωμία του Μητροπολίτη Ιωακείμ και τους απαγόρευσε την είσοδο λέγοντας: «Αυτοί είναι δικοί μου αιχμάλωτοι. Εμείς μεταξύ μας είμαστε σύμμαχοι και πρέπει να πειθαρχήσετε». Οι κομιτατζήδες θύμωσαν, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν και αλλιώς. Έφυγαν γρήγορα γιατί έμαθαν ότι αρκετές Τούρκικες οικογένειες ήταν κλεισμένες στο ένα τζαμί για να αποφύγουν την κακιά ώρα.