Για την ανατολική ορθόδοξη εικονογραφία οι εικόνες εκφράζουν το βαθύτερο νόημα του ορθόδοξου δόγματος. Αποτελούν πρώτα αντικείμενα λατρείας και ύστερα αντικείμενα με καλλιτεχνική αξία.
Οι μορφές των αγίων που απεικονίζουν ταυτίζονται με το ιερό πρότυπο.
Κατά συνέπεια η λατρεία προς αυτές αποδίδεται στον άγιο που απεικονίζουν και όχι στην ίδια την εικόνα.
Η ανατολική ορθόδοξη εικονογραφία στηρίζεται σε κανόνες απεικόνισης, που σχεδόν οι ίδιοι επαναλαμβάνονται. Ωστόσο, μέσα στους αιώνες η ορθόδοξη αγιογραφία παρουσιάζει πλήθος νέων στοιχείων, τόσο εικονογραφικών τύπων όσο και τεχνοτροπικών χαρακτηριστικών. Αυτά είτε δημιουργεί εκ νέου είτε μεταπλάθει, εισάγοντάς τα από τη Δύση ή την Ανατολή.
Η δυτική αγιογραφία, μέσα στο πνεύμα της Αναγέννησης αλλά και θεολογικών κηρυγμάτων, σύμφωνα με τα οποία η φύση, ο κόσμος και τα δημιουργήματά του μαρτυρούν την παρουσία του Θεού, επιδιώκει τον ρεαλισμό. Η ρεαλιστική απόδοση της φύσης αποδεικνύει τη θεία παρουσία.
Έτσι, τόσο οι σκηνές από την Παλαιά ή την Καινή Διαθήκη όσο και οι άγιοι, στον αγιογραφικό τύπο που η Εκκλησία ορίζει, έχουν ρεαλιστικά χαρακτηριστικά. Πρότυπα (μοντέλα) για τους δυτικούς αγιογράφους μπορεί να είναι άτομα ή σκηνές του περιβάλλοντός τους.
Στην περίπτωση της ανατολικής ορθόδοξης εικονογραφίας ο αγιογράφος δημιουργεί για τον πιστό ένα παράθυρο στον υπερβατικό κόσμο της Εκκλησίας. Αντίθετα ο δυτικός αγιογράφος δημιουργεί ένα παράθυρο στον πραγματικό κόσμο, μέσω του οποίου ο πιστός θα διαπιστώσει την παρουσία του θείου.
Στην πρώτη περίπτωση η εικόνα γίνεται όχημα για να βιωθεί το θείο, ενώ στη δεύτερη για να αποδειχθεί η παρουσία του.