Τρεῖς εἶναι οἱ βασικοὶ σταθμοὶ τοῦ ἀνθρώπου: γεννιέται, ζεῖ, πεθαίνει. Δὲν θυμᾶται τὸ πρῶτο, δὲν καταλαβαίνει τὸ τρίτο καὶ ξεχνᾶ νὰ χαρεῖ τὸ δεύτερο.  

22/2/2015. Α' Κατανυκτικός Εσπερινός και ομιλία του Μητροπολίτου μας.

Την Κυριακή της Τυρινής το απόγευμα τελέσθηκε στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου ο Α’ Κατανυκτικός και Συγχωρητικός Εσπερινός. Ο εσπερινός αυτός αποτελεί την εναρκτήρια ακολουθία της εφετινής Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Πλήθος κόσμου γέμισε τον Μητροπολιτικό Ναό για να παρακολουθήσει τον Εσπερινό και να ακούσει την ομιλία από τον Ποιμενάρχη τους. Ο Μητροπολίτης μας ανέπτυξε το θέμα της ομιλίας του που ήταν «Η έννοια της μετάνοιας και της συγγνώμης στην Μεγάλη Τεσσαρακοστή της Εκκλησίας μας», ενώ στο τέλος του Εσπερινού ανέγνωσε την Συγχωρητική ευχή και όλοι οι πιστοί πέρασαν για να λάβουν την ευχή του Επισκόπου τους και των ιερέων της τοπικής μας Εκκλησίας.


Ομιλία στον Α' Κατανυκτικό Εσπερινό 2015.

Ἡ ἔννοια τῆς μετάνοιας καὶ τῆς συγγνώμης 

στὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ τῆς Ἐκκλησίας μας.



Ἀγαπητοὶ Πατέρες, ἀγαπητοὶ ἀδελφοὶ καὶ ἀδελφές μου ἐν Κυρίῳ,

 

Ὁ τίτλος, ὅπως τὸν προαναγγείλαμε, ἴσως προκαλεῖ ἐρωτηματικά. Δηλ. τί; ἡ μετάνοια καὶ ἡ συγγνώμη ἔχουν ἄλλη ἔννοια μέσα στὸν ὑπόλοιπο χρόνο κι ἄλλη ἔννοια κατὰ τὴν περίοδο τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς;

Ἡ ἀπάντηση εἶναι κατανοητή, μόνο ὑπὸ τὴν ἔποψη τοῦ λειτουργικοῦ χρόνου, τὸν ὁποῖο μπορεῖ νὰ βιώσει ὁποιοσδήποτε μέσα στὴν Ἐκκλησία μας.

Καὶ ἐξηγοῦμαι.

Ἡ ἐξαιρετικὴ αὐτὴ περίοδος τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς, περιλαμβάνει σὲ σμίκρυνση ὁλόκληρη τὴ μέχρι τώρα ζωὴ τῆς ἀνθρωπότητος, ἀπ'ἀρχῆς. Ἀπὸ αὔριο τὸ πρωΐ, τὰ Ἀναγνώσματα ἀρχίζουν νὰ περιγράφουν τὴ Γένεση τοῦ κόσμου, τὸ ποιὸς δημιούργησε τὰ πάντα, ὅσα βλέπουμε καὶ κατανοοῦμε κι ἐκεῖνα ποὺ δὲν βλέπουμε ἢ δὲν κατανοοῦμε ἀκόμα. Θὰ ἀκολουθήσει ἡ διήγηση γιὰ τὴν κοσμοχαλασιὰ τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς θεληματικῆς ἀπομακρύνσεώς του ἀπὸ τὸ Δημιουργὸ καὶ θὰ φτάσουμε στὴ Μεγ. Ἑβδομάδα, στὴν κορυφαία ἐγκληματικὴ πράξη τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἦταν "νὰ σκοτώσει τὸν ἴδιο τὸ Θεό", ἐπάνω στὸ Γολγοθᾶ. Τότε ὁ ἄνθρωπος ἠσύχασε· χειρότερο κακὸ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ πράξει. Ἡ σιγὴ τοῦ Μεγ. Σαββάτου φανερώνει τὴν τραγικὴ ἀμηχανία τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸ τὶ θὰ ἀκολουθοῦσε. Ὅταν ἡ Ζωὴ μπῆκε στὸν Τάφο, τότε ὁ ἄνθρωπος ὁλοκλήρωσε τὴν αὐτοκτονία του. Ὅμως, ὁ Θεὸς δὲν ἐπέτρεψε κάτι τέτοιο. Τρεῖς μέρες μετὰ τὸ "τετέλεσαι", ὅλα ξανάρχισαν. Ὁ θάνατος "νίκησε αὐτὸ ποὺ ἔβλεπε, ὅμως νικήθηκε ἀπ' αὐτὸ ποὺ δὲν ἔβλεπε[i]". Ὁ Χριστὸς ἀναστήθηκε καὶ μᾶς ἔδειξε ἀπὸ τὴ χαραμάδα τοῦ Τάφου του τὸν κόσμο ποὺ μᾶς περιμένει ἐκεῖ. 

-Τί εἶπα; μᾶς ἔδειξε; -Ὄχι, μόνο μᾶς ἔδειξε, ἀλλὰ μᾶς ἔδωσε νὰ γευθοῦμε κιόλας, μιὰ πρόγευση τῆς ἄλλης ζωῆς. Μᾶς ἔδωσε καὶ νοῦ νὰ καταλάβουμε πῶς θὰ εἶναι οἱ ψυχές μας τότε, πῶς θὰ εἶναι τὰ σώματά μας τότε, σὲ ποιὸ χῶρο καὶ σὲ σὲ ποιὸ χρόνο θὰ ζοῦμε τότε καὶ ποιὲς θὰ εἶναι οἱ σχέσεις  μεταξύ μας καὶ μὲ τὸ Θεό. Τὰ ξέρουμε ὅλα αὐτὰ οἱ Ὀρθόδοξοι, ἔτσι δὲν εἶναι; τὰ προγευόμαστε ἀπὸ τώρα, τὰ καταλαβαίνουμε, τὰ ψηλαφοῦμε ἀπὸ τὸν ἐδῶ βίο μας, ποὺ εἶναι σὰν τὸ πρωϊνὸ λυκαυγὲς ποὺ προϊδεάζει γιὰ τὸ φῶς τοῦ ἥλιου ποὺ ἀνατέλλει. 

Ὅμως, προσέξτε παρακαλῶ.

Ὅλα αὐτὰ θὰ συμβοῦν, ὄχι ἂν τὸ θελήσει ὁ Θεός. Εἶναι βέβαιο καὶ διαπιστωμένο ὅτι ὁ Θεὸς τὸ θέλει. Ἐξάλλου, δὲν ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ τὸν καταστρέψει[ii]. Καὶ ὁ Θεὸς ὅσα θέλει τὰ μπορεῖ[iii].

Δὲν θέλει, ὅμως, νὰ καταστρατηγήσει τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ἀφοῦ ὁ ἴδιος μᾶς τὴν χάρισε, σὰν εἰδοποιὸ διαφορά μας ἀπὸ ὅλη τὴν ὑπόλοιπη δημιουργία του. Ὅλα αὐτά, λοιπόν, θὰ συμβοῦν ἐὰν καὶ ὅταν τὸ θελήσουμε ἐμεῖς! Εἶναι αὐτὸ ποὺ λέμε ἁπλὰ στὴν ἐκκλησιαστική μας γλώσσα, ὅτι στὸ χέρι μας εἶναι ἡ σωτηρία μας, στὴ διακριτική μας εὐχέρεια, καὶ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἐλευθέρας ἐπιλογῆς μας, τὴν ὁποία ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς διακαῶς ἐπιθυμεῖ, γι'αὐτὸ καὶ σὰν ζητιάνος, στέκεται ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας καὶ τὴν κρούει διαρκῶς. 

Ἡ μετάνοια προϋποθέτει ἁμαρτία. Ἁμαρτία, στὰ ἑλληνικά, σημαίνει ἀστοχία, ἀποτυχία τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἐφαρμόσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή του. Στὴ συνέχεια, ἡ λέξη ἁμαρτία, ὑποδηλώνει ὅλες τὶς προσωπικὲς καὶ ὑπεύθυνες "ἀντίθεες" καὶ "ἀπάνθρωπες" πράξεις τοῦ ἀνθρώπου. Ἀντίθεες πράξεις εἶναι αὐτὲς ποὺ διαστρέφουν τὴ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεὸ καὶ λέγονται "ἀνομίες", δηλ. πράξεις ποὺ ἀντιβαίνουν στὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, στὸ γνώριμο σὲ μᾶς θέλημά του. Ἀπάνθρωπες πράξεις, εἶναι αὐτὲς ποὺ διαστρέφουν τὶς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μὲ τοὺς συνανθρώπους του καὶ λέγονται "ἀδικίες". Αὐτὸ τὸ διαχωρισμὸ τὸν κάνει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὅταν γράφει, "ἡ ἁμαρτία ἐστὶν ἡ ἀνομία", καὶ "πᾶσα ἀδικία ἁμαρτία ἐστί[iv]".  

Ἡ ἁμαρτία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἀποκαθίσταται μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν ἔναρξη πνευματικῆς ζωῆς. Ἡ ἁμαρτία ἐναντίον τῶν συνανθρώπων μας ἀποκαθίσταται μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν ἔκφραση συγγνώμης.

Καὶ οἱ δυὸ αὐτὲς διαδικασίες εἶναι ἕνα δύσκολο πνευματικὸ ἄθλημα.

Γιατὶ λέω ἄθλημα;

Ἐπειδή, ἡ συνειδητὴ ἀρχὴ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς -τῆς πνευματικῆς ζωῆς- εἶναι ἡ ἐπιστροφὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸ Θεό. Ἡ ἐπιστροφὴ αὐτὴ πρέπει νὰ γίνεται ἐλεύθερα, ὅπως ἀκριβῶς καὶ ἡ ἁμαρτία εἶναι ἕνας ἐλεύθερος χωρισμὸς ἀπὸ τὸ Θεό. Ὅμως, ἡ ἐπιστροφὴ αὐτὴ δὲν εἶναι εὔκολη, εἶναι μιὰ συνεχὴς προσπάθεια τῆς θελήσεώς μας νὰ στρέφεται πρὸς τὸ Θεό.

Αὐτὴν τὴν προσπάθεια, ὁ ἁγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος τὴν λέει, "βία φύσεως διηνεκὴς καὶ φυλακὴ αἰσθήσεων ἀνελλιπής[v]". Αὐτὴ ἡ ἐπιστροφὴ ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς μετανοίας.

Α΄

Ἡ μετάνοια δὲν ἐπίτευγμα τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Δωρίζει ὁ Θεὸς στὸν ἄνθρωπο τὸν φωτισμὸ τῆς αὐτογνωσίας. Εἶναι τότε ποὺ καταλαβαίνει ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἔφτασε στὴν ἔσχατη φτώχεια, ἡ ὁποία εἶναι 3 πράγματα:

νὰ στερεῖται ὁ ἄνθρωπος τὸ Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ ,
νὰ μὴν γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο σκέπτεται ὁ Θεός, καὶ τέλος·
νὰ χάνει ὁ ἄνθρωπος τελείως τὸ Θεὸ ἀπὸ τὴν ζωή του.
Ὅταν, λοιπόν, ὁ Θεὸς ἀποφασίσει νὰ δώσει σὲ κάποιον ἄνθρωπο, τὴν αὐτογνωσία αὐτῆς του τῆς κατάντιας, τότε ὁ ἄνθρωπος βυθίζεται σὲ θλίψη καὶ γεννιέται μέσα του τὸ αἴσθημα τῆς μετανοίας. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος θὰ βιώσει τὴν προσωπικὴ ἐπίγνωση τῆς τραγικῆς αὐτῆς σχέσεώς του μὲ τὸ Θεό, ἀπὸ ἐκείνη κιόλας τὴ στιγμή, ἀρχίζει μιὰ πρώτη φανέρωση καὶ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ σ΄ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπο. 

Μετάνοια στὰ ἑλληνικά, σημαίνει "ἀλλαγὴ σκέψεως", "μεταβολὴ τοῦ νοῦ". Μετανοῶ σημαίνει ἀλλάζω γνώμη. Μετάνοια σημαίνει: λυποῦμαι γιὰ κάθε ἁμαρτία καὶ παράβαση τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ ποὺ διέπραξα, τὴν ἀποδοκιμάζω καὶ λαμβάνω τὴν εἰλικρινῆ ἀπόφαση νὰ μὴν ἐπιστρέψω πλέον σ'αὐτήν, ἀλλὰ νὰ ἔχω τὰ νοήματα, τὶς σκέψεις μου, τὰ λόγια μου, τὰ ἔργα μου καὶ ὅλη μου τὴν ὕπαρξη, στραμμένη στὸ Θεό. 

"Μετάνοιά ἐστιν, ἀνάκλησις βαπτίσεως" (ἀνανέωση τοῦ βαπτίσματος), "μετάνοιά ἐστι, συνθήκη πρὸς Θεὸν δευτέρου βίου" (συμφωνία μὲ τὸ Θεὸ γιὰ νέα ζωή), μετάνοια σημαίνει εἰλικρινὴς διάθεση ὁριστικῆς ἀποχῆς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία (κι ἂν ἡ ἁμαρτία κέρδισε κάποιες μάχες, τελικὰ ἡ μετάνοια θὰ κερδίσει τὸν πόλεμο), μετάνοια σημαίνει βαθιὰ συντριβὴ καὶ ταπείνωση (δηλ. ἐπιστροφὴ τοῦ ἀνθρώπου "στὰ μέτρα" του), μετάνοια σημαίνει θεληματικὴ ὑπομονὴ στὶς θλίψεις καὶ στὶς προσβολές, εἴτε αὐτὲς προέρχονται ἀπὸ ἀνθρώπους εἴτε ἀπὸ δαίμονες, μετάνοια σημαίνει κάψιμο τῶν ἁμαρτιῶν μὲ τὴ φωτιὰ τῆς ἀδιάλειπτης προσευχῆς, μετάνοια σημαίνει "διαλλαγὴ Κυρίου" μὲ ἔργα ἀρετῆς, ἀντίθετα πρὸς τὶς προηγούμενες ἁμαρτίες, "μετάνοιά ἐστι, συνειδότος καθαρισμός[vi]", (κάθαρση τῆς σκοτισμένης συνειδήσεως τοῦ ἀνθρώπου), λέει ὁ ἁγ. Ἰω. τῆς Κλίμακος.

Ἑπομένως, ἡ μετάνοια εἶναι μιὰ συνεχὴς ἔξοδος ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό μας, ὅταν αὐτὸς βρίσκεται ὑπὸ τὴν ἐπήρεια ἢ τὴν κατάσταση τῆς ἁμαρτίας. Εἶναι δύναμη ποὺ ἐνεργεῖ τὴ μεταβολὴ τῆς φύσεώς μας. Εἶναι μιὰ δεύτερη γέννηση, τὴν ὁποία μᾶς παρέχει ὁ Θεὸς μετὰ τὸ βάπτισμα. Εἶναι ἡ δυνατότητα ἐπιστροφῆς πρὸς τὸν Πατέρα μας. Ἐπιστροφὴ ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς, ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ Σατανᾶ στὴν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ, "τοῦ λαβεῖν ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ κλῆρον ἐν τοῖς ἡγιασμένοις[vii]". Μετάνοια εἶναι μιὰ ψυχικὴ κατάσταση, τελείως ἀντίθετη μὲ τὴν ἱκανοποίηση τὴν ὁποία αἰσθάνεται ἕνας φαρισαῖος. Ἡ μετάνοια εἶναι ἀντίθετη μὲ τὴν "πνευματικὴ ἀστικοποίηση" καὶ μὲ τὴν ψευδαίσθηση ἑνὸς "δικαίου", ποὺ κρίνει τὸν ἑαυτό του ὅτι ἔφτασε στὴ σφαίρα τῆς ἁγιότητος. Καὶ κρίνει ἔτσι, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἀγνοεῖ τὸν ἑαυτό του. Ὅποιος δὲν ξέρει τὸν ἑαυτό του, ἐκεῖνος δὲν αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη νὰ βγεῖ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἐπιστρέψει πάλι στὸ Θεό.

Θὰ ρωτήσει κάποιος ἀπὸ σᾶς: ἡ μετάνοια, ἔχει καταληκτικὸ ὅριο;

-Ὄχι! Ὅπως ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἕνωση μὲ τὸ Θεὸ εἶναι ἀτελείωτος, τὸ ἴδιο ἀτελείωτος εἶναι καὶ ὁ δρόμος τῆς μετάνοιας. Ἡ μετάνοια εἶναι μιὰ πορεία χωρὶς τέρμα. Ἡ μετάνοια "ταιριάζει πάντοτε, σὲ ὅσους ἁμαρτωλοὺς καὶ σὲ ὅσους δίκαιους, θέλουν νὰ σωθοῦν. Δὲν τελειώνει πουθενά, ἀφοῦ καὶ ἡ τελειότητα τῶν τέλειων δὲν ἔχει τέλος. Δὲν δυσκολεύεται σὲ καμμιὰ ἐποχὴ κι ἀπὸ καμμιὰ πράξη, διαρκεῖ μέχρι τὸ θάνατο[viii]".   

Ἡ ψυχὴ ποὺ δὲν θὰ ταρακουνηθεῖ κάποτε ἀπὸ μετάνοια, εἶναι ἀποξενωμένη ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος παύσει νὰ ἀνεβαίνει μὲ μετάνοια πρὸς τὸ Θεό, τότε παρουσιάζει τὸ σύμπτωμα τῆς ἀναισθησίας τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία σκληρύνεται. Τότε ἔχουμε τὸ γεγονὸς τοῦ πνευματικοῦ θανάτου, νέκρα, ἀφοῦ ἡ ἁμαρτία νεκρώνει τελείως τὴ ζωὴ τοῦ πνεύματος. Γι'αὐτὸ λέει ὁ ἁγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ὅτι ἡ μετάνοια εἶναι ἀνανέωση τοῦ βαπτίσματος, νέα γέννηση, δηλ. ἀναγέννηση, νέα ἀνάσταση. Προχωρεῖ ἀκόμα περισσότερο καὶ λέει "μείζων τοῦ βαπτίσματος καθέστηκεν ἡ μετὰ τὸ βάπτισμα πηγὴ τῶν δακρύων[ix]".

Ἡ μετάνοια εἶναι καρπὸς τῆς χάριτος τοῦ βαπτίσματος. Ἡ ἴδια εἶναι Χάρη, ποὺ ἀποκτήθηκε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος καὶ τὴν οἰκειοποιήθηκε, ἐπειδὴ ἀκριβῶς τὴν κατέκτησε μὲ κόπο καὶ πόνο.

Συνάμα ἡ μετάνοια εἶναι καὶ φωτεινὴ δωρεὰ τοῦ Ἁγ. Πνεύματος, ἡ ὁποία εἰσχωρεῖ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴν μεταμορφώνει.

Τελικά, ἡ μετάνοια καὶ ἡ ἐπανασύνδεση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεό, εἶναι ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς μας. "Μετάνοιά ἐστι ἐκ τοῦ παρὰ φύσιν εἰς τὸ κατὰ φύσιν καὶ ἐκ τοῦ διαβόλου πρὸς τὸν Θεὸν ἐπάνοδος δι'ἀσκήσεως καὶ πόνων", λέει ἐμφαντικὰ ὁ ἁγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. 

Ποιὰ εἶναι τὰ ἀποτελέσματα τῆς μετανοίας;

Εἶναι ἕνα προσωπικὸ βίωμα τοῦ μετανοοῦντος ἀνθρώπου, στὸ ὁποῖο συμμετέχει ὁλόκληρη ἡ Δημιουργία, "χαρὰ γίνεται ἐν τῷ οὐρανῷ, ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ, ἐπὶ ἑνὶ ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι[x]".

Καὶ ὁ μετανοημένος ἄνθρωπος, αὐτὸς ποὺ ταπεινώθηκε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, δὲν γίνεται ἁπλᾶ ἀνεκτὸς ἀπὸ τὸ Θεό, γίνεται πλέον ὁ ἀγαπημένος τοῦ Θεοῦ, ἀκριβῶς ἐπειδὴ ταπεινώθηκε. "Οὕτως ἀγαπᾶ ὁ Θεὸς τὸ ἄθροισμα τῶν ταπεινῶν καθὼς τὸ ἄθροισμα τῶν Σεραφείμ", λέει ὁ ἁγ. Ἰσαάκ ὁ Σύρος[xi]". Εἶναι τότε ποὺ ὁ μετανοημένος ἁμαρτωλὸς ἀκούει τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ Πατέρα, "ὁ υἱός μου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, ἀπολωλὸς ἦν καὶ εὑρέθη[xii]".


Β΄

Ἐνῶ, λοιπόν, ἡ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἁμαρτία, ἀποκαθίσταται μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὸν ἀνάλογο, ὅπως εἶπα, τρόπο ἐπιστροφῆς, ἡ ἁμαρτία ποὺ συντελεῖται ἐναντίον τῶν συνανθρώπων μας -ποὺ εἴπαμε, λέγεται  ἀδικία- ἀποκαθίσταται μόνο μὲ τὴν συγγνώμη. 

Κι αὐτὴ ἡ πνευματικὴ διαδικασία εἶναι ἕνα παρόμοιο δύσκολο ἄθλημα. Γιατί;

Ἐπειδὴ ἐδῶ ὁ μετανοημένος ἄνθρωπος συναντᾶ ἐμπόδιο τὸν ἴδιο του τὸν ἐγωϊσμό. Ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ δὲν διστάζουμε νὰ ταπεινωθοῦμε, ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, ὅμως; 

Διερωτῶνται κάποιοι: δὲν θὰ ἦταν ἀρκετό, νὰ ζητήσω μόνο ἀπὸ τὸ Θεὸ συγγνώμη γιὰ ἀδικίες ποὺ διέπραξα ἐναντίον ἀδελφῶν μου;

-Ὄχι!  Ἔλεγε ὁ Χριστός: "ἐὰν προσφέρεις τὸ δῶρο σου στὸ θυσιαστήριο κι ἐκεῖ θυμηθεῖς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει κάτι ἐναντίον σου, γιὰ κάποια ἀδικία ποὺ τοῦ ἔκανες, ἄφησε ἐκεῖ τὸ δῶρο σου, μπροστὰ στὸ θυσιαστήριο καὶ πήγαινε πρῶτα καὶ συμφιλιώσου μὲ τὸν ἀδελφό σου, καὶ τότε, ἀφοῦ συνδιαλλαγεῖς μαζί του, ἔλα καὶ πρόσφερε τὸ δῶρο σου, διότι μόνο τότε αὐτὸ θὰ γίνει δεκτὸ ἀπὸ τὸ Θεό[xiii]".

Χρειάζεται, λοιπόν, νὰ ἐκφράσει ὁ ἄνθρωπος τὴν μετάνοιά του ἔμπρακτα σ'αὐτὸν τὸν ὁποῖο ἀδίκησε, ζητώντας ἀπ'εὐθείας συγγνώμη. Οἱ Πατέρες τῆς Πίστεώς μας καταγράφουν ποιὰ εἶναι τὰ ἁμαρτήματα γιὰ τὰ ὁποῖα χρειάζεται νὰ ζητοῦμε συγγνώμη: "ὀξυχολία, μισανθρωπία, μνησικακία, καταλαλιά, συκοφαντία, κατάκρισις, ζῆλος, φθόνος, ὑποκρισία, ψεῦδος, ἀχαριστία, δολιότης, ἀναίδεια, εἰρωνεία, κακοήθεια, πονηρία, κλεψία, ληστεία[xiv]".

Μακάρι νὰ ζοῦν, αὐτοὶ τοὺς ὁποίους βλάψαμε, ὥστε νὰ προλάβουμε νὰ τοὺς ζητήσουμε συγχώρεση. Διαφορετικά, θὰ τοὺς βροῦμε νὰ μᾶς περιμένουν διεκδικητικοὶ στὴν ἄλλη ζωή, μόλις φτάσουμε ἐκεῖ.

Στὴν περίπτωση τοῦ φόνου, ὅμως; Πῶς νὰ ζητήσω συγγνώμη ἀπὸ αὐτὸν ποὺ σκότωσα;

Τὸν φόνο κατατάσσει ἡ Ἐκκλησία σὲ μιὰ ἄλλη ὁμάδα ἁμαρτιῶν. Αὐτὲς ποὺ διπράττουν ὅσοι πολεμοῦν τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.

Γράφει γι΄αὐτοὺς ὁ Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, πὼς ὅταν μετανοήσουν, "πᾶσιν οὖν μετανοοῦσιν ἀφίει ὁ Κύριος, ἐὰν μετανοήσωσιν εἰς ἑνότητα Θεοῦ καὶ συνέδριον ἐπισκόπου[xv]", δηλ. προϋπόθεση, γιὰ τὸν ἁγ. Ἰγνάτιο, τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τους, εἶναι ἡ μετάνοιά τους ἐνώπιον τῆς Ἐκκλησίας, προκαθημένου τοῦ ἐπισκόπου. 

Ἡ συγγνώμη, λοιπόν, εἶναι ἀπαραίτητη καὶ χρειάζεται σθένος πνευματικὸ γιὰ νὰ τὴν ὁμολογήσουμε. Συνήθως δὲν τὴν ἀποφασίζουμε καὶ νομίζουμε ὅτι καλύπτεται μέσα στὴν ὑπόλοιπη τάχα πνευματική μας ζωή. Θυμηθεῖτε ὅμως τί λέει ὁ ἁγ. Ἰάκωβος, "ὅστις ὅλον τὸν νόμον τηρήσῃ, πταίσει δὲ ἐν ἑνί, γέγονε πάντων ἔνοχος[xvi]".  

 

Ἀγαπητοί μου, 

Ἡ μετάνοια ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ συγγνώμη στοὺς συνανθρώπους μας, δὲν εἶναι ὑποχρέωσή μας εἶναι μιὰ εὐκαιρία διαρκείας, τὴν ὁποία μᾶς παρέχει ἀφειδῶς ὁ Θεός. "Κἂν καθ'ἡμέραν ἁμαρτάνῃς, καθ'ἡμέραν μετανόει... ἐπαλαιώθης σήμερον ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας; ἀνακαίνισον σεαυτὸν ἀπὸ τῆς μετανοίας"[xvii], λέει ὁ Ἰω. Χρυσόστομος.

Ἔτσι ἡ μετάνοια καὶ ἡ συγγνώμη ἀποκτοῦν σοβαρότητα καὶ ὑπευθυνότητα στὸ μεγάλο μυστήριο ποὺ ἀκολουθεῖ, τῆς ἐξομολογήσεως, ὅπου ὅταν ὁ ἄνθρωπος λέει μὲ ἐμπιστοσύνη στὸ Θεό, "πλυνεῖς με καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι[xviii], μόνο τότε ἀκούει τὸν Θεὸ νὰ τὸν βεβαιώνει, "ἐὰν ὦσιν αἱ ἁμαρτίαι σου ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐὰν δὲ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡς ἔριον λευκανῶ"[xix]. 

Ἂς μᾶς ἀξιώνει ὁ Θεός, νὰ μετανοοῦμε διαρκῶς καὶ ἔμπρακτα μπροστά του καὶ νὰ συγχωρούμεθα μὲ εἰλικρίνεια καὶ καθαρότητα μεταξύ μας, ὥστε, ὅταν θὰ φύγουμε ἀπ'αὐτὸν τὸν κόσμο, νὰ βροῦμε ἐνώπιόν του "εὐπρόσδεκτη ἀπολογία".

Ἀμήν.

Καλὴ Σαρακοστή, ἀγαπητοί μου.


[i]  Ἰω. Χρυσοστόμου, Κατηχητητικός λόγος, "ἔλαβε ὅπερ ἔβλεπε καὶ πέπτωκεν ὅθεν οὐκ ἔβλεπε".

[ii]  Εὐχὴ τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Εὐχελαίου, "Οὐ γὰρ ἔπλασας τὸν ἄνθρωπον εἰς ἀπώλειαν, ἀλλ'εἰς περιποίησιν τῶν ἐντολῶν σου καὶ ζωῆς ἀφθάρτου κληρονομίαν".

[iii]  Ἰ. Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβὴς... Ὁ Θεός, "...ὅσα θέλει δύναται, οὐχ ὅσα δύναται θέλει, δύναται γὰρ ἀπολλέσαι τὸν κόσμον, οὐ θέλει δέ"  .

[iv]  Ἰω. Α' 3,4 καὶ 5,17

[v] Κλίμαξ 1, περὶ τῆς τοῦ ματαίου βίου ἀποταγῆς.

[vi] Κλίμαξ, περὶ μετανοίας μεμεριμνημένης 5, 1 β΄

[vii] Πραξ. 26,18

[viii]  Ἰσαάκ Σύρου, λόγος ΝΕ΄ περί παθῶν,"προσήκει γὰρ αὕτη πᾶσιν ἁμαρτωλοῖς καὶ δικαίοις πάντοτε, τοῖς βουλομένοις σωτηρίας τυχεῖν. Καὶ οὐδείς ἐστιν ὅρος τελειώσεως, ὅτι ἡ τελειότης καὶ τῶν τελείων, ὄντως ἀτέλεστος. Διὰ τοῦτο ἡ μετάνοια, οὔτε καιροῖς, οὔτε πράξεσι παριορίζεται ἕως θανάτου".

[ix]  Κλίμαξ, 7, η', περὶ τοῦ χαροποιοῦ πένθους.

[x]  Λουκ. 15, 7 καὶ 10

[xi]  Ἰσαάκ Σύρου, λόγος νη' περὶ τῆς βλάβης τοῦ ζήλου τοῦ μωροῦ, ἅπαντα, 236.

[xii]  Λουκ. 15,11-32

[xiii]  Ματθ. 5, 23-24

[xiv]  Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Λόγος ψυχοφελὴς καὶ θαυμάσιος, Φιλοκαλία Β' 233, 5-10

[xv]  Ἐπιστ. πρὸς Φιλαδ. VΙΙΙ, 1

[xvi]  Ἰακ. 2, 10-11

[xvii]  Ἰω. Χρυσοστόμου, περὶ μετανοίας, ὁμιλ. 8,1.

[xviii]  Ψαλμ. 50, 17

[xix]  Ἡσ. 1,18α