Τρεῖς εἶναι οἱ βασικοὶ σταθμοὶ τοῦ ἀνθρώπου: γεννιέται, ζεῖ, πεθαίνει. Δὲν θυμᾶται τὸ πρῶτο, δὲν καταλαβαίνει τὸ τρίτο καὶ ξεχνᾶ νὰ χαρεῖ τὸ δεύτερο.  

3/11/2013. Ομιλία κ. Γεωργίου Δροσάκη με θέμα: "Οι 8 ήχοι της Βυζαντινής Μουσικής".

Την Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013 το απόγευμα στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου, στα πλαίσια των εσπερινών κυριακάτικων ομιλιών, ωμίλησε ο θεολόγος και Πρωτοψάλτης κ. Γεώργιος Δροσάκης με θέμα: "Οι 8 ήχοι της Βυζαντινής Μουσικής". Την ομιλία πλαισίωσαν με ύμνους τα μέλη του Βυζαντινού Χορού των Ιεροψαλτών της Μητροπόλεώς μας, αποδίδοντας τις διαφορές μεταξύ των ήχων της Βυζαντινής Μουσικής. 
Στο τέλος της ομιλίας ο Μητροπολίτης μας ευχαρίστησε τον κ. Δροσάκη για την απλή και κατανοητή παρουσίαση των διαφορών των οκτώ ήχων, ενώ χαιρετισμό απηύθηνε και ο Πρωτοψάλτης της Μητροπόλεως Μαρωνείας και Κομοτηνής κ. Αθανάσιος Σαλαμάνης ο οποίος παρότρυνε τους παρευρισκομένους να στείλουν τα παιδιά τους να μάθουν την Βυζαντινή Εκκλησιαστική μας μουσική.
Μετά το πέρας της ομιλίας ο Μητροπολίτης μας εδέχθη τους Ιεροψάλτες στο Επισκοπείο και είχαν ολιγόωρη συζήτηση σχετικά με θέματα της Βυζαντινής Μουσικής, ενώ στο τέλος παρέδωσε στον καθένα αναμνηστικά δώρα.

Οι οκτώ ήχοι της Βυζαντινής Μουσικής

Σεβασμιώτατε,

Σεβαστοί πατέρες,

αγαπητοί συνάδελφοι ιεροψάλτες

κυρίες και κύριοι.



Πριν λίγους μήνες, με αφορμή την συμπλήρωση ενός έτους από την εκδημία του μακαριστού γέροντος π. Πολυκάρπου Ματζάρογλου, η Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Μάκρης εξέδωσε σε συλλεκτική έκδοση μία καλαίσθητη κασετίνα με 16 ψηφιακούς δίσκους (CDs) στους οποίους περιλαμβάνεται ζωντανή ηχογράφηση της Οκτωήχου Βυζαντινής Θείας Λειτουργίας, που πραγματοποιήθηκε την παρελθούσα χρονιά στο Καθολικό της Ιεράς Μονής.

Η έκδοση αυτή μας έδωσε το ερέθισμα για να αναπτύξουμε το θέμα της οκταηχίας στην βυζαντινή μουσική. Το θέμα ασφαλώς δεν μπορεί να εξαντληθεί  σε μία ομιλία. Θα επιχειρήσουμε όμως να πάρουμε μία ιδέα για το τι είναι η μουσική γενικά και ποια είναι η δύναμη της, τι είναι η βυζαντινή μουσική ειδικότερα, από πού προέρχεται, πως εξελίσσεται μέσα στους αιώνες, ποιο είναι το ήθος των 8 ήχων πότε χρησιμοποιούνται και γιατί.

 Η μουσική από τα πανάρχαια χρόνια αποτέλεσε το σημαντικότερο μέσο έκφρασης των ανθρωπίνων συναισθημάτων. Ο άνθρωπος είναι πιθανότερο ότι πρώτα τραγούδησε εκπέμποντας παρατεταμένους ήχους και  στη συνέχεια μίλησε με οποιαδήποτε μορφή ανθρωπίνου λόγου. Ορθώς εκλήθη η Μουσική «γλώσσα της καρδίας» και θεωρείται η πρώτη μετά το γάλα  πνευματική τροφή, επειδή επενεργεί στην ψυχή ακόμη και του νεογέννητου βρέφους, το οποίο δια του βαυκαλίσματος της μητέρας του, από το κλάμα «εις γλυκόν ύπνον υπολισθαίνει».[1]

Η μουσική είναι μία τέχνη ιερή. Βοηθά τον άνθρωπο να εκφράσει το βαθύτερο είναι του, να διαπαιδαγωγηθεί μέσω αυτής και να αναπτύξει μία ουσιαστική επικοινωνία με το Θεό. Η δύναμη της στην διάπλαση της ανθρώπινης ψυχής είναι ολοφάνερη και γνωστή στους αρχαίους λαούς. Πίστευαν δηλαδή ότι με την κατάλληλη μελωδία τα συναισθήματα και οι διαθέσεις της ψυχής μπορούν να αλλοιωθούν προς το καλύτερο.

Στην Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε την πίστη των Εβραίων ότι η μουσική μπορεί να απομακρύνει τα πονηρά πνεύματα. «Οταν λοιπόν το πονηρόν πνεύμα κατελάμβανε και συνετάρασσε τον Σαούλ, ο Δαυίδ έπαιρνε την κιθάραν, έπαιζεν αυτήν με τα δάκτυλά του και έφερεν αναψυχήν και ανακούφισιν στον Σαούλ, ο οποίος και εγαλήνευσε, διότι το πονηρόν πνεύμα απεμακρύνετο από αυτόν.»[2]


Στους ιατρικούς αιγυπτιακούς παπύρους του 1500 π.Χ. αναφέρεται η ευνοϊκή επίδραση της μουσικής στη γονιμότητα της γυναίκας.[3] Οι Αιγύπτιοι θεωρούσαν ότι οι φθόγγοι είχαν μαγικές δυνάμεις. Στη Μεσοποταμία συνέδεαν τα μουσικά διαστήματα με τις εποχές, οι οποίες ήταν ευεργετικές για τους ανθρώπους. Οι θεοί τους ήταν συνδεδεμένοι με ήχους όπως ο θεός Εα με τον ήχο του τυμπάνου, η Ιστάρ λεγόταν και απαλή καλαμένια φλογέρα, ενώ ο θεός Tammuz λεγόταν τρυφερή φωνή. Στην Ινδία, η μουσική απεικόνιζε τη διάσπαση του κύκλου θάνατος-μετεμψύχωση. Για τους αφρικανικούς λαούς, επίσης, η μουσική έπαιζε σημαντικό ρόλο στις θεραπευτικές τελετές. Οι πρωτόγονοι λαοί πίστευαν ότι κάθε άνθρωπος έχει έναν ιδιαίτερο ήχο, που τον καθιστά ευάλωτο στη μαγεία. Όταν οι μάγοι-ιατροί ανακάλυπταν αυτό τον ήχο μπορούσαν να θεραπεύσουν τους ασθενείς τους.

 Η χρησιμοποίηση π.χ. των επωδών για τη θεραπεία των ανθρώπων και των ζώων, την αποτροπή δύσκολων και καταστροφικών καιρικών συνθηκών, ήταν ευρέως διαδεδομένη στους αρχαίους Έλληνες. Οι διάφοροι παιάνες στο στρατό κατάφερναν να εμψυχώνουν το στράτευμα και να το οδηγούν σε νικηφόρες μάχες. Η ιστορία τού Ορφέα που αναζητούσε την Ευρυδίκη, κάνει γνωστό ότι το τραγούδι μπορούσε να ημερώσει μέχρι και άγρια θηρία. Ο Ορφέας και οι Ορφικοί πρώτοι ανακάλυψαν τη θεία δύναμη της μουσικής που επενεργεί θεραπευτικά τόσο στους ανθρώπους όσο και στα ζώα. Ο Ασκληπιός μετείχε στην αργοναυτική εκστρατεία και θεράπευε τους αργοναύτες όχι μόνο με φάρμακα, βότανα, έμπλαστρα και χειρουργικές επεμβάσεις αλλά και με επωδές. Επίσης χρησιμοποιούσε τη μουσική για τη θεραπεία των νευρώσεων. Ο Όμηρος περιγράφει πως στη διάρκεια ενός κυνηγιού, ο Οδυσσέας τραυματίστηκε από ένα αγριογούρουνο και οι «αγαπημένοι γιοι του Αυτόλυκου ασχολήθηκαν με τη φροντίδα και το δέσιμο της πληγής του έξοχου Οδυσσέα …και συγκράτησαν το μαύρο αίμα με επωδές…».[4]

Στον Πυθαγόρα οφείλεται η ανακάλυψη των μαθηματικών αρχών που διέπουν τα βασικά μουσικά διαστήματα και η προέλευσή τους μέσω της διαίρεσης του μονόχορδου (μουσικό όργανο με μία μόνο χορδή) σε απλούς λόγους. Ο φιλόσοφος από την Σάμο χρησιμοποιούσε την μουσική για περιστολή των παθών και εξάψεων και «προς κάθαρσιν της ψυχής και της αισθήσεως εξευγένεσιν». Πίστευε ότι με την κατάλληλη μελωδία οποιοδήποτε αίσθημα και οποιαδήποτε διάθεση του σώματος δηλ. δειλία, μίσος κ.τ.λ. εις το αντίθετον μετατρέπονται.  Ο Πυθαγόρας συνήθιζε να ψάλει παιάνες με την συνοδεία λύρας, ώστε να κάνη τούς μαθητές του να αποκτήσουν μία γαλήνια πνευματική κατάσταση και είχε ορισμένα «θεραπευτικά» τραγούδια μέσω των οποίων εθεράπευε τις σωματικές ασθένειες.[5]

Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης πρέπει να αναγνωριστούν ως οι πρόδρομοι της μουσικοθεραπείας, με την έννοια ότι πρέσβευαν την ελεγχόμενη χρήση της μουσικής. Ο Αριστοτέλης αναφέρει τα εξής: «Είναι φανερό ότι πρέπει να χρησιμοποιούμε όλες τις αρμονίες, αλλά όχι κατά τον ίδιο τρόπο. Τις πιο ηθικές για την εκπαίδευση, τις πιο ζωηρές και ενθουσιώδεις για ακρόαση». Είναι φανερό ότι οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τη μουσική για να θεραπεύσουν ψυχικές και σωματικές ασθένειες. Στη λατρεία τους δε, χρησιμοποιούσαν μουσικούς δρόμους (τρόπους), είτε με τη φωνή τους, είτε με μουσικά όργανα.

 Τις παρατηρήσεις των αρχαίων επιβεβαιώνει η σύγχρονη επιστήμη, η οποία συμφωνεί ότι η ψυχολογική δύναμη των ήχων είναι τεράστια. Οι ήχοι μπορούν να οδηγήσουν στον ενθουσιασμό, στη συγκίνηση στη γαλήνη, στην ανακούφιση. Και τούτο διότι οι ήχοι επιδρούν άμεσα στον υποθάλαμο του εγκεφάλου, ο οποίος επηρεάζει το νευρικό σύστημα, τους μυς και τους αδένες του σώματος, που ρυθμίζουν την κυκλοφορία του αίματος στον οργανισμό. Η μουσική καταπραΰνει τον καρδιακό ρυθμό και την πίεση, μειώνει το άγχος, ανακουφίζει από τον πόνο, φουντώνει την σπίθα της αισιοδοξίας. Επομένως, η μουσική δεν είναι απλώς ένα παιχνίδι ήχων, αλλά ασκεί ισχυρές επιδράσεις στον ψυχικό μας κόσμο. Δημιουργεί ισχυρά συναισθήματα ή τα εναλλάσσει έτσι, ώστε να διεγείρει τον ράθυμο, να παρορμά τον αναίσθητο, να μαλάσει τον σκληρό και τον ψυχρό.

Την επίδραση της μουσικής στη ζωή μας υπογραμμίζει και το γεγονός ότι η Εκκλησία χρησιμοποίησε από τα πρώτα βήματά της τους ύμνους και τις ωδές. Πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας, όπως ο Κλήμης  Αλεξανδρείας, ο Ιω. Χρυσόστομος και ο Μ. Βασίλειος θέτουν ως κριτήριο επιλογής της μουσικής το κατά πόσο αυτή μας εξευγενίζει, μας κατανύσσει, μας συνετίζει∙ το κατά πόσο μας κάνει να νιώθουμε ανώτερα σκιρτήματα. Αν η μουσική διακρίνεται απ’ τα παραπάνω χαρακτηριστικά τότε είναι επιτρεπτή και επικροτέα, διότι επιδρά θετικά στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου είτε προκαλώντας μια αίσθηση ευφορίας και αγαλλίασης είτε φρονηματίζοντας το υπό διέγερση και φιληδονία εσωτερικό του. [6]

Αντίθετα, η συνισταμένη θέση των Πατέρων καταδικάζει τις μουσικές που προκαλούν ξεφαντώματα, απρέπειες, τρέλες, ασυδοσία, εκτροχιασμό και αποχαλίνωση της ηθικής. Στο πλαίσιο αυτό καταδικάζονται με αφορισμό από τις ΣΤ’ και Ζ’ Οικουμενικές Συνόδους οι Χριστιανοί που με πορνικά τραγούδια και χορούς τρώνε, πίνουν και δεν αποδίδουν την πρέπουσα ευχαριστία στο Θεό.

 Ἡ Ἑλληνικὴ Ὑμνογραφία, ὡς σύμφυτο καὶ ὁμοούσιο δίδυμο ἐκπόρευμα, τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας γεννήθηκε τὸ ἴδιο βράδυ μὲ τὸν Χριστό, ἐκεῖ στὴν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας, καὶ εἶναι ἀγγελόγονη. Ὁ πρῶτος στίχος τῆς ὑμνογραφίας εἶναι ὁ ὕμνος ποὺ ἔψαλαν oι ἄγγελοι, «πλῆθος στρατιᾶς οὐρανίου», καὶ εὐαγγελίστηκαν στοὺς ἀγραυλοῦντες ποιμένες τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, «αἰνοῦντες τὸν Θεὸν καὶ λέγοντες· Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» [7] (Λουκ. 2, 13-14). Στήν Καινή Διαθήκη ἀναφέρεται ὅτι ὁ Κύριος καί οἱ Μαθητές Του, μετά τόν Μυστικό Δεῖπνο,«ὑμνήσαντες ἐξῆλθον εἰς τό ὄρος τῶν Ἐλαιῶν…» (Μτ26,30), ὁ δέ Ἀπόστολος Παῦλος συνιστᾶ στούς Χριστιανούς « λαλοῦντες ἑαυτοῖς ψαλμοῖς καί ὕμνοις καί ὠδαῖς πνευματικαῖς, ἄδοντες καί ψάλλοντες ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν τῷ Κυρίῳ…(Εφεσ5,19) . Καί ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος παραγγέλει: «Εὐθυμεῖ τις; ψαλλέτω»(Ιακ5,13). Οἱ Ἀπόστολοι «ἦσαν διὰ παντὸς ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεόν»(Λκ 24,53). Μέσα στήν φυλακή «κατὰ  τὸ μεσονύκτιον Παῦλος καὶ Σίλας προσευχόμενοι ὕμνουν τὸν Θεόν· ἐπηκροῶντο δὲ αὐτῶν οἱ δέσμιοι»(Πραξ. 16,25).Ὁ Τερτυλλιανός ἀναφέρει ὅτι ἕκαστος στίς χριστιανικές ἀγάπες ὤφειλε νά ὑμνήσει τόν Θεό μέ ὕμνους εἴτε ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, εἴτε ἀπό ἰδική του ἔμπνευση, κατά προαίρεσιν.  Ἀπὸ τότε μέχρι καὶ σήμερα ἡ Ὑμνογραφία, ντυμένη πάντοτε μὲ τὸν τίμιο χιτῶνα τῆς Ἑλληνικῆς, πάλι, Ψαλτικῆς, εἶναι ὁ παλμὸς τῆς καρδιᾶς τῆς Ἐκκλησίας, κυριολεκτικὰ ἡ ἀνάσα τῆς θείας λατρείας. Εἶναι φυσικὸ ὅτι ἡ διαμόρφωση τῆς πέρασε ἀπὸ διάφορα στάδια, σὲ συνάρτηση καὶ μὲ ἱστορικούς, θεολογικοὺς καὶ τελετουργικοὺς παράγοντες, μέχρι νὰ φτάσει στὸ ἀποκορύφωμά της καὶ καθιερωθεῖ μὲ τὶς συγκεκριμένες τέλειες μορφές της.

Στοιχεία της μουσικής των Εβραίων, όπως η χρήση των Ψαλμών του Δαβίδ ή η ψαλμώδηση των εννέα ωδών, πέρασαν στην ορθόδοξη λατρεία. Είναι όμως αναμφισβήτητο ότι η τεχνική διασκευή της Ελληνικής Μουσικής χρησίμευσε ως βάσις της εκκλησιαστικής μουσικής, ή για να το πούμε λίγο διαφορετικά,  η βυζαντινή μουσική είναι θυγατέρα γνήσια της αρχαίας. Αυτό φαίνεται σε πολλά συγγράμματα των Πατέρων και διδασκάλων της Εκκλησίας. Γενικά είναι αποδεκτό ότι η βυζαντινή μουσική διέσωσε, κατά «αδιάλειπτον Παράδοσιν»,  τρία συστήματα (οκτάχορδο, πεντάχορδο, τετράχορδο) τρία γένη, οκτώ ήχους και πολλούς χρωματισμούς κάθε τόνου (ημιτόνια, τριτημόρια, τεταρτημόρια), καθώς και την κλίμακα, η οποία έχει ακριβώς το μέγεθος του αρχαίου δωρικού οκταχόρδου.  Ο ακαδημαϊκός Μελέτιος Παλλάντιος τονίζει «ότι όλος ο θεωρητικός, κυρίως, πλούτος, η μουσική δηλαδή κληρονομιά της αρχαίας Ελλάδος θα είχε ασφαλώς χαθεί, αν δεν μεσολαβούσε η ακμή του ελληνισμού της Αλεξάνδρειας, όπου, εκεί πρώτα κι έπειτα στην Αντιόχεια, είδαν το φως οι τύποι της ψαλμωδίας των πρώτων χριστιανών». Οι νέοι  χριστιανικοί ύμνοι, όπως το «Φως ιλαρόν» συνδυάζουν την καθαρότητα των αρχαίων τρόπων με τη νέα γραμμή της μελωδίας, σύμφωνα με την οποία σε μία συλλαβή του ποιητικού κειμένου μπορούν να  αντιστοιχούν πολλές νότες. Επίσης αντικαταστάθηκε το αρχαίο μέτρο με τον τονικό ρυθμό. Δηλ. δίδεται σημασία, όχι στο ποιόν των συλλαβών (δηλ. αν είναι μακρόχρονες ή βραχύχρονες) αλλά το ποσόν και ο τονισμός. Τώρα πλέον η μουσική υπηρετεί τον λόγο, είναι το ένδυμα που τον ενδύει χωρίς να τον καλύπτει. Μία μουσική ανώτερη σε δυσκολία, σε σχέση με κάθε άλλη, για την εκμάθηση της αλλά και γι’ αυτό περισσότερο ευέλικτη στους ήχους που μπορεί να παράγει, μέσω του πολυτεμαχισμού των διαστημάτων των κλιμάκων που διαθέτει. Ήχους που συχνά ξαφνιάζουν το αυτί που δεν είναι εξοικειωμένο με αυτήν.

Τὰ κυριότερα γεγονότα ποὺ συντελέστηκαν αὐτὴν τὴν περίοδο καὶ συνέβαλαν στὴν διαμόρφωση καὶ πλήρη ἀνάπτυξη τῆς λατρείας, επομένως και της ψαλτικής τέχνης, εἶναι τὰ ἀκόλουθα.

Πρώτον, το διάταγμα των Μεδιολάνων, που συνυπογράφουν ο Μέγας Κωνσταντίνος και ο Λικίνιος, σταμάτησε την μακρά περίοδο των διωγμών και έδωσε την δυνατότητα στους χριστιανούς να λατρεύουν ελεύθερα τον Θεό. Μεγαλύτερη ώθηση στην ανάπτυξη της λατρείας έδωσε η ανακήρυξη από τον Μεγάλο Θεοδόσιο της χριστιανικής θρησκείας ως επίσημης θρησκείας της αυτοκρατορίας.

Δεύτερον, η διαμόρφωση καὶ υπαρξη δυο Τυπικών για την τέλεση των Ακολουθιών. Το λεγόμενο Κοσμικὸ ή Ασματικὸ Τυπικὸ για τις εκκλησίες και τις ενορίες του κόσμου, και το λεγόμενο Μοναστικὸ ή Μοναχικὸ Τυπικὸ για τους ναοὺς των μοναστηριών, τα μετόχια τους και τους μοναχούς. Το Κοσμικὸ Τυπικὸ προέβλεπε και οριζε κατανομὴ των ψαλμών του Δαβίδ σε ομάδες Αντιφώνων και προφορά τους με μουσικὴ επένδυση. Το Μοναστικὸ Τυπικό, που επικράτησε απὸ τον ιγ´ αι. μέχρι σήμερα, περιλαμβάνει μία πολλαπλότητα στοιχείων: δεήσεις, ευχές, ψαλμούς, βιβλικὰ αναγνώσματα και πολλὰ παντοειδή και ποικιλώνυμα τροπάρια. Αυτὴ η μεγάλη ποικιλία των ύμνων οδήγησε στη μεγάλη άνθηση της Ψαλτικής Τέχνης.

Τρίτον και αποφασιστικό, η εμφάνιση και παγίωση της Οκτωήχου, ενὸς συστήματος δηλαδὴ οκτὼ ήχων, που υπήρξε, λίγο πολὺ απότοκο των τρόπων της Αρχαίας Ελληνικής Μουσικής. Η οκτωηχία, ως σύστημα σχέσεων των ήχων και ομάδων τροπαρίων, ήταν γνωστὴ απ᾿ τον καιρὸ του Σεβήρου Αντιοχείας (6ος αι.). Αποκρυσταλλώθηκε όμως καὶ καθιερώθηκε αυτὸς ο κύκλος των οκτὼ εβδομάδων με την Οκτώηχο του Ιωάννου Δαμασκηνού (8ος αι.). Οκτώηχος ή Παρακλητική ονομάζεται το λειτουργικό βιβλίο της Ορθόδοξης Εκκλησίας που περιέχει Τροπάρια και Κανόνες για τον Εσπερινό και τον Όρθρο κάθε ημέρας της εβδομάδας, διατεταγμένα σύμφωνα με τους οκτώ ήχους της Βυζαντινής Μουσικής. Η Οκτώηχος προβάλλει τον εσχατολογικό συμβολισμό της ογδόης ημέρας, που είναι ο τύπος του μέλλοντος αιώνος. Η Κυριακή με κέντρο την Ανάσταση του Χριστού διαμορφώνεται από τη λατρευτική ζωή και εμπειρία της ’Εκκλησίας και ως εκ τούτου λαμβάνει εξέχουσα θέση στο εορτολόγιο. Είναι η πρώτη και ταυτόχρονα η ογδόη ημέρα της Εβδομάδας. Έτσι με τον αριθμό οκτώ εκφράζεται η δύναμη της Αναστάσεως.[8]

Οι Πατέρες λοιπόν της εκκλησίας επέλεξαν ως κατάλληλους για την λατρεία οκτώ ήχους που προέρχονται από την αρχαία Ελληνική μουσική. Τέσσερις κύριους ήχους και τέσσερις πλαγίους. Πέρα από αυτούς τους οκτώ ήχους χρησιμοποιούνται και πολλοί άλλοι για τους οποίους όμως δεν θα γίνει αναφορά τώρα λόγω της έλλειψης χρόνου. Οι οκτώ ήχοι διακρίνονται σε τρείς ομάδες, σε τρία Γένη, ανάλογα με τα κοινά τους χαρακτηριστικά. Γνωρίζουμε ότι και η αρχαία Ελληνική Μουσική και η Ελληνική Ψαλτική Τέχνη, διακρίνει τρία γένη μελών, το διατονικό, το χρωματικό και το εναρμόνιο. Το άκουσμα που παράγεται από την διαδοχή των τετραχόρδων του κάθε γένους είναι διαφορετικό και εμποιεί διαφορετική διάθεση στους ακροωμένους.

Ποιά είναι όμως τα συναισθήματα που προκαλεί ο κάθε ήχος από αυτούς στον πιστό; Ποιό είναι δηλαδή το ήθος του κάθε ήχου; Ανοίγω μία παρένθεση για να σας βοηθήσω να κατανοήσετε όσα θα ειπωθούν παρακάτω. Υπάρχουν τρία ήθη της μελοποιοίας. Το διασταλτικόν το οποίο προκαλεί εις την ψυχή μεγαλοπρέπεια και ανδρεία, το συσταλτικόν, το οποίο διεγείρει ταπείνωσιν και το ησυχαστικό το οποίο προξενεί ηρεμία ψυχής και ειρηνική κατάσταση, επιπλέον σέβας, κατάνυξη εις τα θεία. Θα το εξετάσουμε αναλυτικότερα και με την βοήθεια της χορωδίας Ιεροψαλτών της Ιεράς Μητροπόλεως Αλεξ/πόλεως θα προσπαθήσουμε να κάνουμε κατανοητές αυτές τις διαφορές. Θα έχουμε οδηγό σ’ αυτή την προσπάθεια τα ιαμβικά εξάστιχα που βρίσκονται στο βιβλίο της Οκτωήχου, στο τέλος κάθε ήχου.

Α΄ ήχος

Ο πρώτος από τους οκτώ ήχους της βυζαντινής εκκλησιαστικής μουσικής, αποδίδει την απλότητα αλλά και την μεγαλοπρέπεια, τη σοβαρότητα μαζί με την ιλαρότητα και την γλυκύτητα με την σεμνότητα. Ας θυμηθούμε τους κανόνες της Αναστάσεως «Αναστάσεως ημέρα» και των Χριστουγέννων «Χριστός γεννάται δοξάσατε». Έτσι το ήθος του είναι ησυχαστικό αλλά πολλές φορές μετέχει και του διασταλτικού.

Στήν Οκτώηχο σώζονται οι παρακάτω στίχοι που εκφράζουν το ήθος του ήχου:

Τέχνη μελουργός σούς ἀγασθεῖσα κρότους,
Πρώτην νέμοι σοι τάξιν ὦ τῆς ἀξίας !
Ἦχος ὁ πρῶτος Μουσική κληθείς τέχνη,
Πρῶτος παρ' ἡμῖν εὐλογείσθω τοῖς λόγοις.
Τά πρῶτα πρῶτε τῶν καλῶν λαχῶν φέρεις.
Πρωτεῖα νίκης πανταχοῦ πάντων ἔχεις.

Δηλαδή: Η τέχνη της μουσικής, επειδή θαύμασε τους ζωηρούς σου ήχους, σε τοποθετεί πρώτο στην τάξη των ήχων. Ω, πόση η αξία σου είναι! Ο ήχος που ονομάστηκε πρώτος στην τέχνη της μουσικής, ας επαινείται πρώτος από εμάς με τους λόγους μας. Σε σένα πρώτε, έλαχε η τιμή να παρουσιάζεις πρωτεύοντα ρόλο σε ωραιότατα μέλη. Και συ πανταχού απ΄ όλους τους ήχους κρατάς τα πρωτεία της νίκης.

ΤΡΙΤΟΣ ΗΧΟΣ

Ο γ΄ ήχος ανήκει στο κατά παράδοσιν εναρμόνιο γένος. Στον ήχο αυτό, όπως και σε όλους τους διατονικούς ήχους της βυζαντινής μουσικής, διατηρούνται αναλλοίωτα ουσιώδη μελικά συστατικά από τό παλαιοχριστιανικό άσμα. [9]  Προσιδιάζει στην απόδοση ζωηρών, ανδροπρεπών, παρορμητικών και πολεμικών νοημάτων. Επομένως το ήθος του είναι διασταλτικόν.

Στήν Οκτώηχο σώζονται οι παρακάτω στίχοι που εκφράζουν το ήθος του ήχου:

Ει και τρίτος ει, πλην προς ανδρικούς πόνους

σύνεγγυς ει πως του προάρχοντος, Τρίτε.

Άκομψος, απλούς, ανδρικός πάνυ, Τρίτε,

πέφυνας όντως, και σε τιμώμεν , Τρίτε.

Πλήθους κατάρχων ισαρίθμου σοι, Τρίτε,

πλήθει προσήκεις προσφυώς ηρμοσμένω.

 

Δηλαδή: Αν και είσαι τρίτος στην τάξη των ήχων, εν τούτοις Τρίτε βρίσκεσαι κάπως κοντά στον Πρώτο, για να εκφράσεις τους ανδρικούς πόνους. Δεν έχεις κομψότητα Τρίτε, αλλά είσαι πράγματι απλός στο μέλος και πολύ ανδροπρεπής και γι΄ αυτό το λόγο σε τιμάμε. Από σένα Τρίτε αρχίζει πλήθος μελών σε τόσα είδη όσα δείχνει ο αριθμός σου, αρμόζεις δε σε πλήθος πρεπόντως οργανωμένου. 

ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΗΧΟΣ

Ὁ τελευταῖος ἀπό τούς τέσσερεις κύριους ἤχους τῆς βυζαντινῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς. Οι μελωδίες του σύντομου είδους του τετάρτου ήχου είναι ευχάριστες, τερπνές και πανηγυρικές, π.χ ο κανόνας του Ακαθίστου «Ανοίξω το στόμα μου». Του Στιχηραρικού μέλους (δηλ. οι μελωδίες του αργοσύντομου είδους) προσιδιάζουν στην σεμνότητα και την μεγαλοπρέπεια και του παπαδικού-αργού είδους εμπνέουν ευλάβεια και κατάνυξη, χαρακτηριστικά του συσταλτικού ήθους. Χρησιμοποιείται κυρίως στις θεομητορικές εορτές. 

Πανηγυριστής καί χορευτής ὤν φέρεις
τέταρτον εὔχος μουσικωτάτη κρίσει.
Σύ τούς χορευτάς δεξιούμενος πλάττεις,
φωνάς βραβεύεις, καί κροτῶν ἐν κυμβάλοις.
Σέ τόν τέταρτον ἦχον ὡς εὐφωνίας
πλήρη, χορευτῶν εὐλογοῦσι τά στίφη.

Δηλαδή: Σύ, ο τέταρτος ήχος, που έχεις ύφος πανηγυρικό και χορευτικό, διεκδικείς όμοιο καύχημα, τέταρτο κατά σειρά, συμφώνως με εκτίμηση και κρίση μουσικοτάτη. Σύ, παραλαμβάνεις τους χορευτές και συνοδευόμενος με ζωηρούς ήχους οργάνων, μορφώνεις και διαπλάτεις αυτούς με τη μουσική σου και χαρίζεις βραβεία σε φωνές που ψάλλουν τις μελωδίες σου. Εσένα τον τέταρτο ήχο, επειδή είσαι πλούσιος σε μελωδικές γραμμές, επαινούν και εγκωμιάζουν τα πλήθη των χορευτών.

ΠΛΑΓΙΟΣ ΤΟΥ Α΄ ΗΧΟΥ

Οι δυνατότητες των μελωδιών του πλ.α΄ ήχου είναι απεριόριστες. Έχει την δυνατότητα να αποδίδει οποιοδήποτε νόημα είτε πανηγυρικό είτε πράο είτε πομπώδες και επιβλητικό είτε θρηνώδες. Είναι χαρακτηριστικό π.χ. ότι σε πλ.α΄  ήχο είναι μελισμένο το Δοξαστικό της Μεγ. Παρασκευής «Σε τον αναβαλλόμενον» που ψάλλεται αμέσως μετά την Αποκαθήλωση ή τα εγκώμια  «Η ζωή εν τάφω», και από την άλλη ο νικητήριος παιάν «Χριστός ανέστη», τα πανηγυρικό δοξαστικό «Αναστάσεως ημέρα» κλπ.[10] Μπορεί να περιγράφει και να χρωματίζει οποιαδήποτε ψυχική κατάσταση και μετάπτωση, επομένως το ήθος του είναι συσταλτικό, διασταλτικό ή και ησυχαστικό.

Θρηνωδός εἶ σύ καί φιλοικτίρμων ἄγαν,
ἀλλ ' εἰς τά πολλά καί χορεύεις εὐρύθμως.
Ὁ μουσικός νοῦς, ὅν ἐγνώρισεν τέχνη,
τίς ἡ παρεκκλίνουσα κλίσις πλαγίων;
Πέμπτον σε τάξις, ἀλλά πρῶτον τοῦ μόνου
ἔχει σε καί λέγει σε, πρῶτε πλαγίων

Δηλαδή: Είναι πολλές οι μελωδίες σου, που ομοιάζουν με θρήνο ή εκφράζουν συναισθήματα συμπάθειας, ενώ άλλα είναι πανηγυρικά και θυμίζουν ρυθμικό χορό. Όποιος έχει αντίληψη μουσική και τον γνωρίζει η τέχνη της μουσικής, αυτός είναι σε θέση να πει ποιά είναι η αξία αυτού του ήχου, ο οποίος παρεκλίνει από τον πρώτο και είναι ο πλάγιός του. Και η μεν τάξη των οκτώ ήχων σε απαριθμεί πέμπτο κατά σειρά, σε έχει όμως ονομάσει πρώτο μεταξύ των πλαγίων, επειδή κατάγεσαι από τον Πρώτο και μοναδικό μεταξύ όλων των ήχων.

ΒΑΡΥΣ ΗΧΟΣ

Έτσι ονομάσθηκε ο έβδομος ήχος της βυζαντινής μουσικής. Στους αρχαίους καλείται υποφρύγιος. Ονομάσθηκε βαρύς καθώς σχετίζεται με την επινοηθείσα από τον Ερμή επτάχορδο λύρα. Ο Ερμής δίδαξε - σύμφωνα με τόν μύθο - επτά ήχους και φθόγγους, από τους οποίους ο βαρύτερος ήταν ο Ζω , τον οποίο χρησιμοποιεί ο βαρύς ήχος. Έχει ήθος που μπορεί να μετριάζει το «εξορμητικό του τρίτου ήχου και κατακοιμίζειν τα πνέυματα», δηλ. ησυχαστικό. Με την διαπασών εναρμόνιο κλίμακα αποδίδει το μεγαλοπρεπές και το πομπώδες, ενώ ο λεγόμενος βαρύς διατονικός, εφόσον περιστρέφεται σε χαμηλούς τόνους είναι γλυκύς και παθητικός και όταν χρησιμοποιεί τόνους υψηλούς, είναι πανηγυρικός και ευφρόσυνος. Η εναλλαγή διαφορετικών κλάδων του ήχου και διαφορετικών τόνων (χαμηλών και υψηλών) μέσα στο ίδιο μάθημα είναι πολύ συνηθισμένο φαινόμενο.

Στήν Οκτώηχο σώζονται οι παρακάτω στίχοι που εκφράζουν το ήθος του ήχου:

Ὁπλιτικῆς φάλαγγος οἰκεῖον μέλος,
ὁ τοῦ βάρους σύ κλῆσιν εἰληφῶς φέρεις.
Ἦχον τόν ἁπλοῦν, τόν βάρους ἐπώνυμον,
ὁ τούς λογισμούς ἐν βοαῖς μιςῶν φιλεῖ.
Ἀνδρῶν δέ ἄσμα δευτερότριτε βρέμεις.
Ὧν ποικίλος δέ, τούς ἁπλούς ἔχεις φίλους.

Δηλαδή: Εσύ που φέρεις την ονομασία του βάρους, έχεις μέλη που θυμίζουν στρατιωτική φάλαγγα. Αυτόν τον ήχο τον απλό, τον επονομαζόμενο βαρύ, ιδιαίτερα αγαπούν όσοι αποστρέφονται τις σκέψεις και έννοιες, που εκφέρονται με φωνές και κραυγές. Άσμα σοβαρό, που αρμόζει σε άνδρες αποδίδεις εσύ με σοβαρότητα, ο δεύτερος εναρμόνιος ήχος μετά τον τρίτο. Κι ενώ έχεις μέλη διάφορα, και εναρμόνια αλλά και διατονικά, εντούτοις φίλοι σου είναι οι απλοί άνθρωποι, που αγαπούν την απλότητα στο μέλος.

ΠΛΑΓΙΟΣ ΤΟΥ Δ΄ ΗΧΟΥ

Ο τελευταίος εκ των τεσσάρων πλαγίων ήχων της βυζαντινής μουσικής. Το ήθος του σώζει χαρακτήρα που κλίνει προς «το θελκτικό, ηδονικό και ελκυστικό εις πάθος». Επίσης κλίνει και εις το σεμνόν όταν επιβραδύνουμε την χρονική αγωγή και μεταθέτουμε την βάση του ήχου από τον φθόγγο Νη τρείς φωνές πιο ψηλά στον φθόγγο Γα. Επομένως τις περισσότερες φορές το ήθος του πλαγίου τετάρτου είναι ησυχαστικό.

Ἦ χων σφραγίς τέταρτε σύ τ ῶ ν πλαγίων,
ὡ ς ἐ ν σεαυτ ῷ π ᾶ ν καλόν μέλος φέρων.
Ἀ νευρύνεις σύ τούς κροτούς τ ῶ ν ἀ σμάτων
ἦ χων κορωνίς ὡ ς ὑ πάρχων καί τέλος.
Ὡς ἄ κρον ἐ ν φθόγγοις τε καί φων ῶ ν στάσει
ἄ κρον σε φων ῆ ς δίς σέ καλ ῶ καί τέλος.

Δηλαδή: Εσύ ο τέταρτος μεταξύ των πλαγίων, είσαι το επισφράγισμα όλων των ήχων, γιατί στις μελωδίες σου περιλαμβάνεις κάθε τι το ωραίο. Εσύ δίνεις έκταση και ευρύτητα στις ζωηρές φωνές των ασμάτων και είσαι η κορωνίδα και το τέλος όλων των ήχων. Και επειδή κατέχεις τα άκρα σε ό,τι αφορά τους υψηλούς τόνους, αλλά και τις καταλήξεις και τη στάση της φωνής, για το λόγο αυτό σε ονομάζω δυό φορές άκρο της φωνής και τέλος των ήχων.

Για να σας βοηθήσουμε να κατανοήσετε όσα ειπώθηκαν έως τώρα η χορωδία θα αποδώσει  τον ίδιο ύμνο σε τέσσερις διαφορετικούς ήχους. Τον πρώτο στίχο των Αίνων («πάσα πνοή») σε ήχο α΄, πλ. Β, βαρύ και πλ.δ΄.

Αφήσαμε για το τέλος τους δύο χρωματικούς ήχους όχι τυχαία αφού αυτοί χρησιμοποιούνται στην τέλεση της Θείας Ευχαριστίας. Ο Τρισάγιος Ύμνος, τα λειτουργικά της Λειτουργίας του Μ. Βασιλείου, το Μεγαλυνάριον Άξιον εστίν, ψάλλονται έως σήμερα σε ήχο β΄. Στον ίδιο ήχο ή στον πλ. β΄ πρωτοπαραδόθηκαν το Αλληλουιάριο, το Εισοδικό, το Χερουβικό, το Κοινωνικό και οι ύμνοι «Είδομεν το φως» και «Ειη το όνομα Κυρίου» που ψάλλονται στην απόλυση. Επίσης σε β΄ ήχο ψάλλονται τα Αντίφωνα και ο αρχαίος ύμνος «Ο Μονογενής Υιός». Όλη δηλαδή η λειτουργία.

Ο Χρύσανθος, θεωρητικός της νέας μεθόδου αναλυτικής σημειογραφίας γράφει: « Δια τούτο και λέγεται ότι οι δύο χρωματικοί ήχοι αρμόζουσιν εις τους νέους, και οι τέσσαρες διατονικοί εις τους γέροντας. Έτι δια μερικήν αρέσκειαν λέγονται και ταύτα. Άλλοι μεν ήχοι φαίνονται δραστικοί το Έαρ, άλλοι δε το Θέρος, άλλοι δε το Φθινόπωρον, και άλλοι τον Χειμώνα. Και πάλιν, άλλοι μεν ήχοι αρέσκονται την ημέραν, άλλοι δε την νύκτα, άλλοι δε την μεσημβρίαν και άλλοι την εσπέραν». Αυτά είναι ορθά και αξιοπρόσεκτα, γιατί παρατηρούνται και στην μουσική, και μάλιστα την λατρειακή, των άλλων λαών και θρησκευτικών παραδόσεων.

Εδώ αναφέρω την χρήση των ήχων, όπως προκύπτει από τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά Στιχηράρια (μουσικά βιβλία που περιέχουν Ιδιόμελα τροπάρια και δοξαστικά) . Ο α΄ ήχος είναι ο συχνότερος και απαντά κυρίως σε ιδιόμελα τροπάρια των δεσποτικών εορτών. Στον β΄ ήχο μελίζονται ιδιόμελα σε μνήμες μαρτύρων και εναλλάσσεται με τον πλ. Β΄. Είναι πάντως φανερό ότι προτιμάται για την ιστόρηση και εξύμνηση των παθημάτων και των αγωνισμάτων. Ο τρίτος χρησιμοποιείται αραιά και μαζί με τον ακόμη αραιότερο βαρύ ήχο απαντά την Μεγ. Τεσσαρακοστή για ηχητική ευφροσύνη, λόγω του χαρμόσυνου χαρακτήρος τους. Ο δ΄ ήχος απαντά σε εγκωμιαστικά τροπάρια αγίων . Ο πλάγιος πρώτος όπως και ο πρώτος, είναι ήχος ιλαρός και απαντά σε δεσποτικές εορτές κυρίως και σε εορτές αγίων με μεγάλη διάδοση. Ο πλ.δ΄ ήχος είναι ο κατ’ εξοχήν μεγαλοπρεπής και δεσποτικός ήχος. Αν ανακαλέσουμε στη μνήμη μας τα γνωστότερα δοξαστικά, ή τα Ανοιξαντάρια, ή το Μακάριος ανήρ, θα συνειδητοποιήσουμε την αλήθεια του πράγματος για τον πλ.δ΄ ήχο.

Επιστρέφω στους δύο χρωματικούς ήχους, τον δεύτερο και τον πλ.β΄ για να κάνω την παρατήρηση ότι ανήκουν σε δύο διαφορετικά είδη του χρωματικού γένους. Στο μαλακό χρώμα ο δεύτερος και στο σκληρό ο πλάγιος του β΄. Ο πλ.β΄ από τη φύση του ως πλάγιος με βάση σε χαμηλή φωνητική περιοχή, εκτείνεται ψηλά κι εύκολα εναλλάσσσει το τετράχορδο του στην υψηλή φωνητική περιοχή με διατονικό τετράχορδο και προσφέρει άρα διπλή και τριπλή μελική ποικιλία.

Υπενθυμίζω εδώ τα εξάστιχα ιαμβεία των δύο ήχων στην Παρακλητική:

Καν δευτέραν είληφας εν τάξει θέσιν,

αλλ΄ ηδονή πρώτη σοι τω μελιρρύτω.

Το σον μελιχρόν και γλυκύτατον μέλος

οστά πιαίνει, καρδίας τ΄ ενηδύνει.

Σειρήνες ήδον δευτέρου πάντως μέλη.

Ούτω πράως σοι ρει μελισταγές μέλος.

Δηλαδή: Αν και έλαβες τη δεύτερη θέση στην τάξη των ήχων, εντούτοις περισσότερη ηδονή υπάρχει σε σένα τον μελίρρυτον. Το μέλος σου, ως μέλι ευχάριστο και γλυκύτατο, μαλακώνει και τα οστά των ανθρώπων και τις καρδιές ευχαριστεί και τέρπει. Ασφαλώς οι Σειρήνες έψαλλαν μέλη του δεύτερου ήχου. Τόσο ήρεμα εκχύνεται το μέλος σου, όμοιο με μέλι που στάζει.

Ο Χρύσανθος στο Θεωρητικό του αναφέρει για τον β΄ ήχο ότι «το ήθος τούτου του ήχου σώζει χαρακτήρα εμψυχούντα και κεντώντα. Έτι δε και λυπούντα και πάθος ενστάζοντα».

Για τον πλ. Β΄ήχο:

Έκτος μελωδός, αλλ΄ υπέρπρωτος πέλεις,

ο δεύτερος συ των μελών δευτερεύων.

Τας ηδονάς συ διπλοσυνθέτους φέρεις,

του δευτέρου πως δευτερεύων δευτέρως.

Σε τον μελιχρόν, τον γλυκύν, τον τέττιγα,

τον εν πλαγίοις δεύτερον τίς ου φιλεί;

Δηλαδή: Έκτος μελωδός είσαι στη σειρά των οκτώ ήχων. Εν τούτοις, κατά την αξίαν είσαι περισσότερο παρά πρώτος, μολονότι είσαι δεύτερος μεταξύ των πλαγίων κι έχεις δευτερεύοντα μέλη, επειδή αρχικός σου ήχος είναι ο δεύτερος. Εσύ με τις διπλές μελωδίες σου, τις στιχηραρικές και τις ειρμολογικές, που τις περισσότερες φορές είναι σύνθετες από χρωματικό και διατονικό γένος, διπλή προξενείς και την ευχαρίστηση, μολονότι έρχεσαι δεύτερη θέση κατά την τάξη από το δεύτερο. Εσένα τον ευχάριστο ως μέλι, τον γλυκύ, του οποίου η μελωδία θυμίζει τον τέττιγα, εσένα τον δεύτερο ήχο μεταξύ των πλαγίων, ποιός είναι δυνατόν να μην αγαπά;

Και πάλι ο Χρύσανθος λέγει για τον πλ.β΄ ήχο: «το ήθος τούτου του ήχου σώζει χαρακτήρα αρμόζοντα εις άσματα επικήδεια, και εις μελέτας υψηλάς και θείας».

Φαίνονται λίγο θεωρητικά αυτά εδώ. Απορρέουν όμως από την παρατήρηση ότι όντως έτσι συμβαίνει. Κι αφού έτσι συμβαίνει κι η παράδοση τα κατέστησε παραμόνιμα στοιχεία, αυτά είναι τα αρμόδια να ψάλλονται, ως «επιτήδεια εις μελέτας υψηλάς και θείας». Ας θυμηθούμε εδώ, ότι ο Μέγας Κανών και οι Κανόνες της Μεγ. Εβδομάδος μελίσθηκαν σε β΄ και πλ.β΄ ήχο, όσον αφορά στην έκφραση του πάθους και του πόνου. Επίσης ο ύμνος Φως ιλαρόν, τα εωθινά εξαποστειλάρια είναι κι αυτά μελισμένα σε ήχο δεύτερο. Κι ας συνδυάσουμε τον ήχο με τον καιρό της ημέρας. Ηλιοβασίλεμα τη μία φορά κι ανατολή του ήλιου την άλλη. Προβάλλει ότι ο β΄ ήχος και γενικά οι χρωματικοί ήχοι αρμόζουν ή και εκφράζουν την απαλότητα και ηπιότητα του φωτός, και ενστάζουν ανάλογα συναισθήματα στις ψυχές των ανθρώπων. Το μελιχρό και γλυκύτατο μέλος που πιαίνει τα οστά και ενηδύνει τις καρδιές, και το μελισταγές πάλν μέλος που ρέει πράως, είναι το αρμοδιότερο να κατανύξει τις ψυχές και να βοηθήσει στην συναίσθηση του φόβου Θεού και μαζί του πόθου, να αναχθούμε λίγο ψηλότερα.

Επίσης σε δεύτερο ήχο είναι μελισμένος και ο Τρισάγιος Ύμνος «Άγιος ο Θεός…». Ψάλλεται αντιφωνικά, σύμφωνα με την αρχαία τάξη της Εκκλησίας, συνήθεια που μαρτυρείται ήδη από τον Άγιο Ιγνάτιο Αντιοχείας. Επαναλαμβάνεται τρείς φορές, επιτείνεται η τριαδική ύμνηση με την μικρή δοξολογία «Δόξα Πατρί…» και επαναλαμβάνεται μία ακόμη φορά με μέλος έντεχνο, με το διακονικό παρακέλευσμα «Δύναμις». Η περισσή αυτή μας μας παραδόθηκε από τον ιδ΄ αι. και με παρεμβολή κρατήματος (το γνωστό σε όλους μας τεριρέμ) για να ψάλλεται σε μεγάλες εορτές και μάλιστα όταν λειτουργεί Αρχιερεύς.[11] Ας το από ακούσουμε την χορωδία και επανερχόμαστε για την ερμηνεία του κρατήματος…

Πολλοί το θεωρούν, σαν επίδειξη μουσικής δεξιότητας και ικανότητας.
Άλλοι το θεωρούν σαν το « Κλάμα » του μικρού Ιησού. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι, οι οποίοι δίνουν διαφορετικές εξηγήσεις, οι οποίες όμως, στηρίζονται σε ακροβατικούς ευσεβείς συλλογισμούς. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά, την εντός εισαγωγικών «περίφημη» άποψη  ότι τα Κρατήματα, είναι Τούρκικα κατάλοιπα, εκτός Παραδόσεως και ως εκ τούτου, δεν έχουν θέση μέσα στο χώρο της Εκκλησίας.

Τα Κρατήματα έχουν θεσπιστεί στις Ακολουθίες της Θείας Λατρείας, πριν από πολλούς αιώνες. Από τον 12ο περίπου αιώνα, αρχίζουν και υπάρχουν Κώδικες με καταγεγραμμένα μαθήματα που περιέχουν τους «Τερερισμούς», πράγμα που φανερώνει την ατράνταχτη πεποίθηση, ότι αυτά τα μέλη, αποτελούν μέρος της Παράδοσης της Χριστιανικής Λατρείας.

Θεολογικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί μίμηση της ψαλμωδίας των αγγέλων οι οποίοι υμνούν τον Τριαδικό Θεό με άρρητη (άναρθρη) φωνή, «ως φωνήν υδάτων πολλών». Η Εκκλησία μας που τα γνωρίζει καλά όλ’ αυτά, για να μην στερηθεί ΚΑΙ των ρητών ΚΑΙ των αρρήτων, ψάλλει διπλά, με λόγια ρητά και με φωνές άρρητες. Με λόγια, ονόματα και ρήματα, απευθύνεται προς τους ανθρώπους, ενώ με τα άρρητα, δηλαδή με τον «Τερερισμό», απευθύνεται στην άρρητη Θεότητα. Αυτό γίνεται, γιατί δεν υπάρχουν άλλες λέξεις, πιο εκφραστικές και κατάλληλες στον ανθρώπινο λόγο, για να αποδοθεί το άπειρο μεγαλείο της Αγίας Τριάδος. Είναι λοιπόν ο «Τερερισμός », προέκταση της προσευχής του ανθρώπου και της Δοξολογίας του, προς τον Θεό. Αφού χρησιμοποιήσει και εξαντλήσει, όλα τα στοιχεία του ανθρώπινου λόγου, δηλαδή τους ύμνους και τη μουσική, που μεθοδεύει κατά επιστημονικό τρόπο, συνεχίζει το διάλογο με τον Ουρανό, με την «αμέθοδο μέθοδο » του « Τερερισμού ».

Στον τέταρτο τόμο της «ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΠΑΝΔΕΚΤΗΣ» του 1850 βρίσκουμε μία θεολογική ερμηνεία του κρατήματος. Από τους πολλούς συμβολισμούς που παραθέτει αναλύω μόνο τον πρώτο.

1) Αυτή η « ασήμαντη φωνή », σημαδεύει την Αγία Τριάδα. Γι’αυτό ψάλλεται μετά την αναφορά αποκλειστικά και μόνο, του Ονόματος της Παναγίας Τριάδας. Δηλαδή, του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

α) Το γράμμα τ, σύμφωνα με τους κανόνες της Αριθμητικής, σημαίνει τρείς εκατοντάδες. Καθώς μέσα σ’ αυτό το μοναχικό γράμμα – στοιχείο τ, περικλείονται τρείς αριθμοί (δηλαδή, η μία εκατοντάδα, οι δύο εκατοντάδες και οι τρείς εκατοντάδες), κατά τον ίδιο τρόπο μέσα στην Αγία Τριάδα, περικλείονται τρία πρόσωπα σε μία υπόσταση. Τρία πρόσωπα (δηλαδή, Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα), αποτελούν μία φύση. Αποτελούν τη μία Θεότητα, που διακρίνεται σε τρία πρόσωπα – υποστάσεις, όπως συμβαίνει με το τ, το οποίον είναι ένα γράμμα, αλλά περιέχει τρείς εκατοντάδες, οι οποίες υπάρχουν και χωριστά η κάθε μία, αλλά και οι τρείς μαζί, είναι ενωμένες σε έναν αριθμό. Και οι τρείς αυτοί αριθμοί, είναι κατά πάντα τέλειοι, γιατί ο κάθε ένας ξεχωριστά, περιέχει δέκα δεκάδες. Αυτό σε αντιστοιχία, σημαίνει την τελειότητα των τριών προσώπων της Θεότητας.     
Τέλειος ο Θεός – Πατέρας, τέλειος ο Θεός – Υιός, τέλειος Θεός και το Άγιον Πνεύμα.
β) Το άλλο γράμμα – στοιχείο του « Τεριρέμ » το ρ, σημαίνει το Θεό και Πατέρα, σαν Ρίζα και Πηγή της Θεότητας, δηλαδή, Γεννήτορα του Υιού και Εκπορευτή του Αγίου Πνεύματος.          
γ) Τα άλλα δύο γράμματα – στοιχεία, το ε και το ι, σημαίνουν την Ένωση των τριών προσώπων της Μακαρίας Τριάδας. Δηλαδή, την Ένωση του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, με τον Θεό και Πατέρα. Γιατί όπως το ρ, όταν ενώνεται με το ε και το ι, τότε δημιουργεί το μουσικό μέλος, έτσι και τα Θεία Πρόσωπα, όταν ενώνονται σε μία Θεότητα, τότε διακυβερνούν ολόκληρη την Κτίση. Αυτό φανερώνει και το Άγιο Πνεύμα. Δηλαδή, «τελειοί » την Κτίση.


Το κράτημα, είναι με απλά λόγια επανάληψη των φωνηέντων με την εισαγωγή συμφώνων για να επιτύχουμε την παράταση της ψαλμωδίας, είναι το ηχητικό ανάπαυμα που καλύπτει τις ανάγκες του λειτουργικού χρόνου. Δηλαδή γεννήθηκε από την ανάγκη που υπάρχει να καλυφθεί ο χρόνος στις μακρές ακολουθίες, τις αγρυπνίες, την ώρα που ο ιερέας προσκομίζει τα Τίμια Δώρα... Αλλά κι αν δεν υπαρχει αυτή η ανάγκη, το κράτημα παρατείνει την ανάταση μας και την μετάσταση μας στους υπερουράνιους χώρους. Και δεν θα θέλαμε να κατεβούμε από εκεί.

Και δύο λόγια για την σχέση της βυζαντινής μουσικής με το δημοτικό τραγούδι. Είναι χαρακτηριστική η εικόνα που χρησιμοποιείται για να εκφράσει αυτή τη σχέση. Η ελληνική μουσική μας μοιάζει με ένα δέντρο που έχει δύο κλαδιά. Το ένα η παραδοσιακή λαϊκή μουσική και το άλλο η βυζαντινή.

Πολύ εύκολα γίνονται αντιληπτές οι ομοιότητες τους.

Έχουν κοινή καταγωγή, την αρχαία ελληνική μουσική, χρησιμοποιούν κοινούς ήχους, κοινές κλίμακες, τα ίδια γένη κλπ. Ειδικά τα τραγούδια της Ανατολικής Θράκης θυμίζουν έντονα βυζάντιο, εκκλησιαστική βυζαντινή μουσική. Μάλιστα ένας δίσκος που έχει κυκλοφορήσει από τον κ. Χρόνη Αηδονίδη έχει τον τίτλο: «Θρακιώτικο τραγούδι, βυζαντινό τροπάρι».

Χαρακτηριστικό είναι ότι στο δημοτικό τραγούδι συναντούμε επαναλήψεις λέξεων ή συλλαβών και κοψίματα στο λόγο με τη βοήθεια των συλλαβών νε ή νο συνήθως. (στην  βυζ. μουσική ονομάζονται γορθμικό και πελαστικό). Αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα: «Αϊ Δημή, μωρή Θω-νο-μαή, Αϊ Δημήτρης έ-νε-ρουνταν. αρραβωνιάζοντα-να-ν πιδιά». Παρόμοια και στην βυζαντινή υπάρχουν τα απηχήματα (ανανες, νεανές) και τα ίδια κοψίματα με την χρήση των συλλαβών Νε, να ή και τα κρατήματα στα οποία αναφερθήκαμε παραπάνω.

Τέλος χρησιμοποιούν τον μονοφωνικό και τον αντιφωνικό τρόπο ψαλμώδησης. Στον μονοφωνικό τρόπο τραγουδά ή ψάλλει  κάποιος μόνος ή εαν ψάλλουν πολλοί ερμηνεύουν την ίδια γραμμή. Στον αντιφωνικό φάλλει κάποιος ένα στίχο και οι υπόλοιποι, ο χορός επαναλαμβάνουν μία μουσική φράση, πχ στο Αντίφωνο «Ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου».

Διαφέρουν ως προς την ερμηνεία, τον σκοπό που υπηρετούν (η ψαλτική τέχνη αποβλέπει στην κατάνυξη και πνευματική ανύψωση του προσευχομένου, το δημοτικό τραγούδι υπηρετεί την ψυχαγωγία, ενεργεί σαν καταλύτης του πόνου και της χαράς, δημιουργώντας ευχάριστη ψυχική διάθεση, όχι μόνο στον εκτελεστή, αλλά και στον ακροατή), τους ρυθμούς που χρησιμοποιούν (στην εκκλησιαστική μουσική δεν θα συναντήσουμε χορευτικούς ρυθμούς) και στην χρήση οργάνων τα οποία δεν έχουν θέση στην Θεία λατρεία.

Είναι πάντως αλήθεια ότι οι δύο κλάδοι της ελληνικής μουσικής συμπορεύονται αρμονικά αιώνες τώρα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το πανηγύρι του χωριού. Υπηρέτησα ως εκπαιδευτικός στην Κέφαλο της νήσου Κω επί τριετία. Μετά την απόλυση του Εσπερινού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ακολουθεί μεγάλο γλέντι στην αυλή της Εκκλησίας, στο οποίο σέρνει πρώτος το χορό ο ιερέας του χωριού, ενώ μαζί με τους τραγουδιστές τραγουδούν και οι ψάλτες του ναού.

Κλείνω την ομιλία μου με μία παραίνεση. Σας παρακαλώ, προτρέψτε τα παιδιά σας να μάθουν βυζαντινή μουσική και να πλαισιώσουν τα αναλόγια των ναών της μητροπόλεως μας. Πριν από μερικές δεκαετίες δεκάδες παιδιά εκκλησιαζόταν κάθε Κυριακή μαζί με τους γονείς τους ή με το σχολείο τους. Τα περισσότερα από αυτά πλησίαζαν στο αναλόγιο, άκουγαν πολλά χρόνια τους ιεροψάλτες και σιγά-σιγά, αφού «ωρίμαζαν» μουσικά, έψαλλαν στην αρχή ακολουθώντας τους ψάλτες και στη συνέχεια μόνα τους.

Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια η προσέλευση νέων για να στελεχώσουν τα αναλόγια και να γίνουν συνεχιστές μιας μακραίωνης παράδοσης συνεχώς φθίνει. Οι γονείς δεν έρχονται στην εκκλησία και φυσικά δεν μπορούν να έλθουν και τα παιδιά. Ο σχολικός εκκλησιασμός παρότι προβλέπεται από την ελληνική νομοθεσία δύο φορές το μήνα, στην πράξη έχει ατονήσει και άτυπα έχει καταργηθεί. Οι πολυμελείς βυζαντινοί χοροί που συμβάλλουν στην λαμπρότερη τέλεση της Θείας Λατρείας εξαφανίζονται…

Κι όμως υπάρχουν πάρα πολλές ευκαιρίες για να σπουδάσει κάποιος την τέχνη της εκκλησιαστικής μουσικής. Στην πόλη μας η βυζαντινή μουσική διδάσκεται στα Ωδεία από καταξιωμένους και έμπειρους μουσικοδιδασκάλους. Οι περισσότεροι από αυτούς κοσμούν τα αναλόγια των ιερών ναών της πόλεώς μας. Ακολουθώντας σύγχρονες παιδαγωγικές μεθόδους διδασκαλίας μπορούν σε σύντομο χρονικό διάστημα να μυήσουν τους μαθητές στην υψηλή τέχνη της βυζαντινής μουσικής ώστε να γίνουν οι μελλοντικοί ιεροψάλτες των ναών μας και συνεχιστές μίας μακραίωνης παράδοσης.

 

Σας ευχαριστώ.

Γεώργιος Δροσάκης

Θεολόγος-Πρωτοψάλτης
--------------------------------

[1] Γεωργίου Παπαδόπουλου, Συμβολαί εις την ιστορίαν της παρ' ημίν εκκλησιαστικής μουσικής...

[2] Βασιλειών Α΄16,23.

[3] Λιάνα Πρίνου-Πολυχρονιάδου, Μουσική και Ψυχολογία -Εισαγωγή στη μουσικοθεραπεία.

[4] Οδύσσεια, Τ 456

[5]  Γεωργίου Παπαδόπουλου, Συμβολαί εις την ιστορίαν της παρ' ημίν εκκλησιαστικής μουσικής...

[6] Χριστιανική Φοιτητική Δράση, Η λανθάνουσα επίδραση της μουσικής στην ανθρώπινη ψυχή (άρθρο)

[7] Γρηγορίου Στάθη, Αλφαβητάρι Βυζαντινής Ψαλτικής

[8] Γρηγορίου Στάθη, Αλφαβητάρι Βυζαντινής Ψαλτικής.

[9] Αποστολική διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, οι κύριοι ήχοι της βυζαντινής μουσικής.

[10] Αβραάμ Χ. Ευθυμιάδη, «Mαθήματα Bυζαντινής Eκκλησιαστικής Mουσικής» (Θεωρητικόν).

[11] Γρηγορίου Στάθη, Η ψαλτική έκφραση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας.